ΤΡΙΣΥΠΟΣΤΑΤΗ ΕΙΚΟΝΑ

ΤΡΙΣΥΠΟΣΤΑΤΗ ΕΙΚΟΝΑ

ΓΡΑΜΜΗ ΤΠΟΥ ΣΚΡΟΛΑΡΕΙ

ΚΑΛΩΣ ΗΛΘΑΤΕ ΣΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΚΑΙ ΖΩΟΠΟΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΜΑΣ - ΤΙΜΙΕ ΣΤΑΥΡΕ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΣΩΣΟΝ ΗΜΑΣ ΤΗ ΔΥΝΑΜΕΙ ΣΟΥ

Σάββατο 21 Οκτωβρίου 2017

ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΚΑΙ ΖΩΟΠΟΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΤΗΝ ΑΦΡΙΚΗ !!

Α.Στην Ινδία.
Η  Ινδία  είναι  μια  πολύ  μεγάλη  χώρα  στην  οποία  η  πλειοψηφία  είναι  ινδουιστές. Η  χώρα  αυτή  δέχθηκε  το  κήρυγμα  του  ευαγγελίου  από  τον   απόστολο  Θωμά, όμως  οι  περισσότεροι  κάτοικοί  της  έμειναν  ειδωλολάτρες.
Κάποτε  ένας  ιεραπόστολος  αφού  κατήχησε  και  βάφτισε  αρκετές  οικογένειες  Ινδών  ύψωσε  έναν ξυλόγλυπτο  σταυρό με  τον  Εσταυρωμένο  τον  οποίο  στόλισε  πολύ  όμορφα.
Μια  μέρα  οι  ειδωλολάτρες  πήγαν  στον  εσταυρωμένο  και  άρχισαν  να  τον  περιγελούν  πετώντας  στο  πρόσωπό  του  ακαθαρσίες  φτύνοντας  και  χτυπώντας  με  ρόπαλα.Ξαφνικά ο  Χριστός  έστρεψε  το  πρόσωπό  του  προς  τα  δεξιά  και  κοιτώντας  τους  είπε:Γιατί  με  περιγελάτε; Εκείνοι  έμειναν  στήλη  άλατος, μάλιστα  μερικοί, πέθαναν  από  το  φόβο  τους. Οι  υπόλοιποι έτρεξαν  στους  δασκάλους  τους  και  τους  είπαν  για  το  θαύμα. Όταν  επέστρεψαν  μαζί  με  τους  δασκάλους  τους  είδαν  ότι  το  πρόσωπο  του  Χριστού  ήταν  ακόμη  στραμμένο  δεξιά  και  τόσο  πολύ  εξεπλάγησαν  ώστε  ζήτησαν  και  βαφτίστηκαν  αμέσως.
Σήμερα  στο  σημείο  που  ήταν  ο  Εσταυρωμένος  βρίσκεται  ο  καθεδρικός  τους  ναός, ο  δε  ξύλινος  εκείνος  σταυρός  σώζεται  μέσα  στο  Άγιο  Βήμα.
(Διασκευή  από το  βιβλίο: Ιστορίες  γέροντος  Κλεόπα)
Β.Θαύμα του Τιμίου Σταυρού στα Φίτζι.
Στο δεύτερο µεγαλύτερο νησί των Φίτζι, το Βανούα Λέβου, ο ιεραποστολικός υπεύθυνος του νησιού πατήρ Βαρνάβας µαζί µε τον ιεροµόναχο Σάββα, επισκέφθηκαν το νοσοκοµείο της πόλης Labasa, για να παρηγορήσουν έναν άρρωστο. Καθώς συζητούσαν µε τον άρρωστο, στην άλλη άκρη του διαδρόµου άκουσαν δυνατές αφύσικες κραυγές, και παραξενεµένοι από το αποτρόπαιο του ακούσµατος, κινήθηκαν για να βοηθήσουν.
Σε παρακείµενο δωµάτιο, βρισκόταν µία κοπέλα ξαπλωµένη στο κρεβάτι, η οποία έκλεινε τα αφτιά της µε τα χέρια της, κουνούσε το κεφάλι αριστερά-δεξιά και κραύγαζε µε τρόπο ανατριχιαστικό. Οι νοσοκόµες, φοβισµένες, στέκονταν χωρίς να µπορούν να καταλάβουν τι συνέβη.
Ο πατήρ Σάββας πλησίασε µια νοσοκόµα και της λέει: «Είµαστε από την ελληνική ορθόδοξη Εκκλησία. Μπορούµε µόνο να τη σταυρώσουµε;». Τότε βγάζει το σταυρό, ο οποίος είχε µέσα Τίµιο Ξύλο και άρχισε να τη σταυρώνει στο πρόσωπο. Όσο τη σταύρωνε, τόσο πιο πολύ αυτή ούρλιαζε. Στο τέλος, ο ιερέας έβαλε το σταυρό στο στόµα της κοπέλας και αµέσως αυτή ηρέµησε. Ήταν καθαρά δαιµονισµένη και µε τη δύναµη του Τιµίου Ξύλου το δαιµόνιο έφυγε.
Το περιστατικό αυτό µάς θυµίζει τα λόγια του τροπαρίου της Παρακλητικής, «Μεγάλη τοῦ Σταυροῦ σου, Κύριε, ἡ δύναµις· ἐπάγη γάρ ἐν τόπῳ καί ἐνεργεῖ ἐν κόσµῳ» (ήχος Γ’, Πέµπτη εσπέρας, απόστιχα – µαρτυρικό).
Ο Χριστός ήρθε στη γη και σταυρώθηκε για τη σωτηρία όλου του κόσµου. Γι’ αυτό και η δύναµη του Τιµίου Ξύλου του Σταυρού δεν περιορίζεται µόνο στους Χριστιανούς, αλλά και σε κάθε άνθρωπο, που είναι κάτω από την εξουσία του Σατανά.
Η θεραπεία της Φιτζιανής αυτής κόρης µε την επαφή του Τιµίου Ξύλου, αλλά και την πίστη των πατέρων που σκέφτηκαν να τη σταυρώσουν µε αυτό ήταν το καλύτερο κήρυγµα για την ίδια, τους δικούς της και όλους, όσοι υπήρξαν µάρτυρες αυτού του θαύµατος.
Όταν ο Χριστός έλεγε στους Μαθητές του ότι θα είναι µαζί τους, καθώς θα κηρύττουν το Ευαγγέλιό Του, αυτό ακριβώς εννοούσε: τη ζωντανή παρουσία Του µαρτυρούµενη µε τα επακολουθούντα σηµεία και τέρατα.
Εποµένως την Ιεραποστολή την κάνει ο ίδιος ο Χριστός χρησιµοποιώντας ως όργανά Του απλούς ανθρώπους σαν τον Φιτζιανό πατέρα Βαρνάβα και τον απλοϊκό µοναχό Σάββα.
Ιεραποστολή δεν είναι υπόθεση κοσµικής σοφίας, αλλά πίστεως «δι” αγάπης ενεργουµένης».
Ο Νέας Ζηλανδίας Αµφιλόχιος
πηγή:ierovima
??????????
Γ.Στην Αφρική(Κογκό)
Απίθανα πράγματα συμβαίνουν στο Κονγκό…
Απίθανα πράγματα συμβαίνουν στο Κονγκό, διηγήθηκε σε πολυάριθμο ακροατήριο στην αίθουσα ομιλιών στην Ιεραποστολή της Κανάνγκα ο κληρικός π. Βασίλειος Muamba. Είναι αυθεντικά και εύλαλα!
Ο π. Βασίλειος διηγήθηκε:
«Το 1996 έκανα ένα ιεραποστολικό ταξίδι στο Dimbelenge, συνοδευόμενος από ένα αγόρι, ψάλτη του Κέντρου της Ιεραποστολής της Κανάνγκα, και ένα άλλο αγόρι που ήρθε μαζί μας στο δρόμο.
Όταν φτάσαμε, συναντήσαμε τους παλιούς πιστούς που είχα βαπτίσει την περασμένη χρονιά και κάποιους που περίμεναν να βαπτιστούν τώρα. Μας έδωσαν ένα σπίτι για να περάσουμε τις μέρες που θα μέναμε κοντά τους.
Ανάμεσα σ’ αυτούς που περίμεναν το βάπτισμα, υπήρχε κάποιος άνδρας ο οποίος με μαγικό τρόπο έστελνε κεραυνούς, και είχε ήδη σκοτώσει πολλούς ανθρώπους…
Ο παραδοσιακός αρχηγός του χωριού τον είχε τιμωρήσει απαγορεύοντάς τον να πίνει νερό από το ποτάμι της περιοχής Mukamba.
Βάπτισα όσους περίμεναν το βάπτισμα κι ανάμεσά τους κι αυτόν το μάγο.
Το βράδυ ζύμωσα και άφησα το πρόσφορο για τη Θεία Λειτουργία της επομένης. Πήγαμε και οι τρεις να κοιμηθούμε.
Κατά τις 4 το πρωί ένας δυνατός άνεμος άρχισε να φυσά που έκανε να κουνιέται όλο το σπίτι. Πετάχτηκα απ’ τον ύπνο και άκουσα τα δύο παιδιά – συνοδούς μου να κλαίνε και να φωνάζουν:
Πάτερ πεθαίνουμε, ελάτε να μας σώσετε.
Άκουγα τα παιδιά, όμως δεν μπορούσα να κουνηθώ και να φτάσω στο δωμάτιο των παιδιών. Κατάλαβα ότι ήμουν ζωντανός γιατί ένιωθα το κεφάλι μου. Όμως όλο το σώμα ήταν παράλυτο.
Είχα μαζί μου ένα σταυρό που ο αείμνηστος π. Χαρίτων μου έδωσε κάποτε στην Τσικάμβα. Τον είχα τοποθετήσει από το βράδυ πάνω στο τραπέζι. Σκέφτηκα να τον πάρω και να κάνω προσευχή. Όμως δεν μπορούσα να απλώσω το χέρι μου.
Τα παιδιά συνέχιζαν να κλαίνε πιο δυνατά. Έφερα με δυσκολία το χέρι πάνω στο πόδι μου, έκανα το σημείο του σταυρού και κατάλαβα ότι μπορώ να κουνηθώ.
Κάθισα στο κρεβάτι με τα πόδια κρεμασμένα, αλλά ο άνεμος με πέταγε από τον ένα τοίχο στον άλλο του δωματίου. Με δυσκολία, χτυπώντας πέρα-δώθε βγήκα από το δωμάτιο, πέρασα στη βεράντα όπου είδα το μηχανάκι μου πεταμένο, αναποδογυρισμένο στην άκρη της βεράντας, και κατευθύνθηκα προς το δωμάτιο των παιδιών.
Μπήκα μέσα, τα έπιασα από το χέρι, τα ρούχα τους ήταν ξεσκισμένα, σχεδόν γυμνά, έκαναν εμετό και είχαν διάρροια. Ήταν περίπου 6 η ώρα το πρωί.
Υπήρχε μέσα στην αυλή του σπιτιού ένας νυχτερινός φύλακας που κατοικεί με όλη την οικογένειά του σ’ ένα σπίτι στο ίδιο οικόπεδο. Αυτός είχε ακούσει όσα συνέβαιναν στο δικό μας σπίτι, αλλά δεν μπορούσε να μας πλησιάσει για βοήθεια. Έβγαλα τα παιδιά έξω και τους είπα να μείνουν στη βεράντα και εγώ ξαναμπήκα στο σπίτι.
Άρχισα να καλώ το φύλακα με το όνομά του. Κάποια στιγμή έφτασε. «Δεν καταλαβαίνεις τίποτα απ’ αυτά που συμβαίνουν;», τον ρώτησα. «Μήπως κατάλαβες τι έγινε όλο το πρωί;».
«Τα άκουσα όλα», μου είπε «αλλά δεν έβρισκα τη δύναμη για να έρθω κοντά σας».
Τον παρακάλεσα να πάει να καλέσει κάποιους συγγενείς μου, που κατοικούν σ’ αυτήν την περιοχή, και τους πιστούς. Το πρωί έπρεπε να τελέσω τη Θεία Λειτουργία. Ήρθαν πολλοί πιστοί και κάποιοι μου είπαν:
«Όλα αυτά που συνέβησαν τη νύχτα, έγιναν γιατί βάπτισες χτες τον αρχηγό των «κεραυνοβόλων μάγων» πού έριχνε τούς κεραυνούς. Οι φίλοι του ( άλλοι μάγοι ), σκέφτηκαν: «Θα πειράξουμε και θα δοκιμάσουμε τώρα, αυτόν που βάπτισε τον αρχηγό μας».
Βγήκα για μια στιγμή έξω από το χώρο που θα τελούσα σε λίγο τη Θεία Λειτουργία. Κάποιοι πιστοί και κάποιοι χωρικοί αβάπτιστοι μου είπαν:
«Πάτερ, θέλησαν να σας σκοτώσουν ( όπως κάνανε καί μέ τούς άλλους ), όμως δεν τα κατάφεραν. Πιστεύουμε κι εμείς ότι ο Θεός σας είναι δυνατός, αληθινός. Ζητάμε, λοιπόν, να μας βαπτίσετε κι εμάς όλους».
Τους βάπτισα και ο αρχηγός των «κεραυνοβόλων» ενισχύθηκε ακόμα πιο πολύ, ότι ο Θεός μας είναι ο αληθινός Θεός.
Τέλειωσε το ταξίδι και επέστρεψα στην Κανάνγκα.
Όταν θα έκανα το επόμενο ταξίδι, ο Επίσκοπος μου έδωσε ένα σταυρό λέγοντάς μου:
«Όταν φτάσεις, θα ρίξεις αυτό το σταυρό στο ποτάμι της περιοχής και θα πεις στους πιστούς να κολυμπήσουν, να τον βρουν και να σου τον φέρουν».
Έριξα το σταυρό. Πολλοί πιστοί έπεσαν στο ποτάμι να τον βρουν. Αυτός που τον βρήκε και μου τον έφερε ήταν ο αρχηγός των «κεραυνοβόλων μάγων» που είχα βαπτίσει στο προηγούμενο ταξίδι !
Επέστρεψα στην Κανάνγκα.
Στις γιορτές του Πάσχα, κάποιοι πιστοί του Dibelenge και ανάμεσά τους ο αρχηγός των «κεραυνοβόλων» ήρθαν για να γιορτάσουν στο Κέντρο της Ιεραποστολής.
Παρουσίασα στον Επίσκοπο τον πιστό που βρήκε το σταυρό και ο Επίσκοπος του έδωσε ένα δώρο.
Είχε τη συνήθεια να περπατά ξυπόλητος και τώρα άρχισε να φοράει παπούτσια. Άρχισε επίσης να πίνει νερό από το απαγορευμένο γι’ αυτόν ποτάμι».
 Ο Κεντρώας Αφρικής Ιγνάτιος
Δ. Η Δέσποινα και ο Άγγελος
Στο μοναστήρι του Αγίου Νεκταρίου, ανάμεσα στ’ άλλα κορίτσια του οικοτροφείου προσετέθησαν προ μηνών και δύο άλλα. Είναι η Δέσποινα ηλικίας 11 ετών και κατ’ εξαίρεσι το αγόρι Άγγελος, ηλικίας 6 ετών. Τα παιδιά αυτά έχουν τη ιστορία τους…
Οι Αδελφές της Μονής τα βρήκαν παρατημένα στους δρόμους. Τα μετέφεραν στην Μονή και ειδοποίησαν την Αστυνομία να αναζητήσει τους γονείς τους. Τελικά, εμάθαμε ότι η μητέρα τους είναι μάγισσα. Σκότωσε τ’ άλλα αδελφάκια τους κι’ αυτά τα εμύησε στην μαγεία και τα εγκατέλειψε. Με τον τρόπο αυτό θα μπορούν στην ζωή τους να βγάζουν το «ψωμί»τους.
Με την ευλογία το π. Μελετίου Μανδελίδη, Προϊστάμενου της ιεραποστολής, βαπτίσθηκαν. Και έκτοτε έχουν την δύναμι και την φώτισι από τον Θεό να διηγούνται στην Αδελφή Θέκλα τι μαγικά έκαναν πριν και πόσους ανθρώπους είχαν σκοτώσει.
Της είπαν, ότι με τα μαγικά τους σκότωναν ανθρώπους, έπαιρναν το αίμα τους, το έβαζαν σε μια βελόνα ραψίματος , την κρεμούσαν επάνω τους και πετούσαν τις νύκτες χιλιόμετρα μακριά για να μαγέψουν ή σκοτώσουν άλλους ανθρώπους.
Στο ερώτημα της Αδελφής αν τώρα τους ενοχλούν τα δαιμόνια της απήντησαν:
«Έρχονται να μας πάρουν. Μας τραβούν γιά να κόψουν από τον λαιμό μας τον σταυρό που φοράμε. Μόλις εμείς κάνουμε το σημείο του Σταυρού, αυτά εξαφανίζονται. Μια φορά, συνέχισαν τα παιδάκια, ήλθαν μάγοι και μας παρακαλούσαν να τους ακολουθήσουμε, αλλά δεν μπορούσαν να μας πάρουν κοντά τους…». 
Το γιατί, είναι ευκολονόητο διότι φοβούνται το Βάπτισμα, τον Σταυρό και τον Αγιασμό που πίνουν τα παιδιά κάθε πρωί.
Αυτά τα παιδιά, μου είπε η Αδελφή Θέκλα, έχουν σκληρό χαρακτήρα γι’ αυτό και τους βάζουν να τρώγουν φαγητό μία φορά την ημέρα. Κάθε πρωί πίνουν Αγιασμό και όταν έχει Θ. Λειτουργία, κοινωνούν των Αχράντων Μυστηρίων.
Από τό βιβλίο : «Αληθινές Ιστορίες μαγείας» — Εκδόσεις «Ορθόδοξος Κυψέλη» Θεσσαλονίκη
ΠΗΓΗ : ΘΗΣΑΥΡΟΣ ΓΝΩΣΕΩΣ ΚΑΙ ΕΥΣΕΒΕΙΑΣ fdathanasiou.wordpress.com


Τετάρτη 27 Σεπτεμβρίου 2017

ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ - Η ΠΕΡΙΦΗΜΗ ΧΑΤΖΗΝΑ , ΜΟΝΑΧΗ ΦΙΛΟΘΕΗ - ΟΜΙΛΙΑ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗ ΓΕΡΟΝΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΧΑΤΖΗΝΑ !!




 27 Σεπτεμβρίου σήμερα !! Και το Περιβόλι της Παναγιάς μας - το Άγιο Όρος - , η Αγία Σιών - το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων - και οι Σλάβοι και Ρώσοι αδελφοί μας καθώς και όσοι ακολουθούν το Πατρώο Εορτόλογιο στην Ελλάδα πανηγυρίζουν την Υψωση του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού !!
Και όπως και πριν 13 ημέρες στις 14 Σεπτεμβρίου αναρτήσαμε ένα ενδιαφερον άρθρο για τον Τίμιο Σταυρό, έτσι και σήμερα θα αναρτήσουμε ένα άρθρο της κας  Εύας Λαδιά που δημοσιεύτηκε στα " Ρεθεμνιώτικα Νέα" και αφορά μια αγία ψυχή, την περίφημη "Χατζήνα" την Στυλιανη Τζαγκαράκη το γένος Μπιρλιράκη και μετέπειτα Φιλοθέη Μοναχή, η οποία κοιμήθηκε το 1975 κ;ι η οποία με το οικογενειάκο κειμήλιο του τεμαχίου του Τίμιου Ξύλου  βοήθησε εκατοντάδες ανθρώπους που είδαν ζωντανά τα θαύματα του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού !!
Αφορμή για την ανάρτηση μας αυτή αποτέλεσε η χθεσινή ανάρτηση στο www.agiooros.org πολύ σημαντικών ομιλιών από Αγιορείτες Πατέρες που για ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ κοινοποιούνται !!
Μία από αυτές που αφορά την "Χατζήνα" μπορείτε να ακούσετε στο τέλος της ανάρτησης μας !!
Είναι κάποιες ευλογημένες υπάρξεις, που σε φέρνουν κοντά στην πίστη μας την αγία, χωρίς να διαθέτουν τις περγαμηνές που έχουν εκείνοι που μας διώχνουν από την Εκκλησία.
Τι θέλει ο πιστός; Να αισθάνεται πως σηκώνεται ελαφρά από τη γη, όταν βρίσκεται με τον πνευματικό του. Να πλημμυρίζει από ελπίδα όταν είναι κοντά σε μια φωτισμένη μορφή.
Ευτύχησα να αποκτήσω μέτρο σύγκρισης, γύρω από τα ζητήματα αυτά, από ένα θεολόγο και συγγραφέα τον Διονύσιο Μπατιστάτο, στον οποίο μάλιστα οφείλω τη μετέπειτα πορεία μου. Στη διάρκεια της καριέρας μου έζησα επίσης από κοντά κορυφές της θεολογίας και της πνευματικής ζωής που φώτισαν το πνεύμα μου με το υπέρλαμπρο φως της σκέψης τους. Αλλά μια μορφή σημάδεψε τη ζωή μου και με οδήγησε στις σφαίρες του υπερβατικού.
Ήταν η περίφημη Χατζήνα, η μοναχή Φιλοθέη. Η γυναίκα που θα βρεις φωτογραφία της σε πολλά σπίτια της Κρήτης και όχι μόνο. Αμέτρητα τα πνευματικά της παιδιά. Αναρίθμητα τα περιστατικά που αποδεικνύουν ότι ξεχώριζε κατά θεία οικονομία από το καθημερινό, το συνηθισμένο, το αναμενόμενο. Ήταν η μάνα όλων των δυστυχισμένων, που ζητούσαν μια παρηγοριά κοντά στα θεία. Αυτή ήταν η Γερόντισσα που τιμάμε, ιδιαίτερα, όσοι τη ζήσαμε και ευεργετηθήκαμε από την προσευχή της.

Από φτωχή οικογένεια της Λούτρας
Η Στυλιανή -κατά κόσμον- γεννήθηκε στη Λούτρα εκεί γύρω στα 1897. Ήταν κόρη του Νικολάου και της Ειρήνης Μπιρλιράκη, δυο ευσεβών ανθρώπων, απλών και αγράμματων αλλά γεμάτων από τα ηθικά διδάγματα που κάνουν τον άνθρωπο καλύτερο. Είχε άλλα έξι αδέλφια και ζούσαν όλοι σε μεγάλη φτώχεια.
Τότε η αδελφή της μητέρας της, η Αθηνά, ευκατάστατη και εξαιρετική γυναίκα, που δεν είχε παιδιά σκέφτηκε να ζητήσει τη μικρή Στέλλα για να τη μεγαλώσει. Ο άνδρας της Νικόλαος δεν έφερε καμιά αντίρρηση. Ίσα ίσα.
Ενθάρρυνε μάλιστα την σύζυγό του να κάνει τη σχετική συζήτηση με τους γονείς της μικρής. Κι εκείνοι δεν μπορούσαν παρά να ανταποκριθούν, αφού δεν είχαν άλλη επιλογή και ήθελαν να δουν τα παιδιά τους να ζουν καλύτερα.
Έτσι, μικρή ήταν ακόμα, βάδιζε στα οκτώ της χρόνια, όταν βρέθηκε στο περιβάλλον των θείων της, που τη λάτρεψαν. Είχαν την οικονομική άνεση να της προσφέρουν τα πάντα αλλά το πολυτιμότερο βιος τους ήταν στα εικονίσματα. Ένα πολύτιμο κα σπάνιο κειμήλιο περιτυλιγμένο μ' ένα τριγωνικό βελούδινο ύφασμα, κληρονομιά κάποιου θείου που ήταν ιερωμένος. Ήταν τίμιο ξύλο.
Από μικρή λοιπόν η Στέλλα δέθηκε συναισθηματικά με το κειμήλιο αυτό, καθώς η θεία της επαναλάμβανε ότι κάθε καλό στο σπίτι ήταν δώρο του κειμηλίου αυτού.

Πολύτιμη κληρονομιά
Όταν η Στέλλα έφτασε στα 16 χρόνια της η θεία αρρώστησε βαριά. Και φοβούμενη το μοιραίο, κάλεσε συμβολαιογράφο να αποκαταστήσει τη μικρή, επειδή είχε κι άλλα ανίψια που θα διεκδικούσαν τη μεγάλη της περιουσία. Η θεία Αθηνά στάθηκε πολύ γενναιόδωρη εξασφαλίζοντας τη θετή της κόρη. Και φρόντισε να της κάνει γνωστό το εδάφιο της διαθήκης που την αφορούσε. Αλλά διαπίστωσε με στενοχώρια ότι η Στέλλα δεν ήταν ευχαριστημένη με τη δωρεά. Αυτό τουλάχιστον έδειχνε το σκυθρωπό της πρόσωπο.
Επειδή η θεία την αγαπούσε πολύ επέμεινε να μάθει γιατί δεν έδειχνε ικανοποιημένη κι αν ήθελε κάτι περισσότερο.
Και τότε η μικρή, έσκυψε το κεφάλι με σεβασμό και είπε στη θεία της ότι δεν ήθελε τίποτα περισσότερο από τον Τίμιο Σταυρό, γιατί αυτός φέρνει όλα τα αγαθά.
Η Αθηνά ενθουσιάστηκε με το αίτημα της ανιψιάς της. Και φυσικά το ικανοποίησε, με χαρά, αφού προηγουμένως επανέλαβε στη μικρή τη σπουδαιότητα αυτού του κειμηλίου από θρησκευτικής πλευράς.
Ο θάνατος της θείας ήταν μια οδυνηρή στιγμή για τη Στέλλα, που είχε στο μεταξύ μεγαλώσει και είχε γίνει μια ωραία κοπέλα. Όπως ήταν κι ευκατάστατη ανήκε στις πολύφερνες νύφες.
Εκείνη όμως απέρριπτε όλες τις προτάσεις. Μέχρι που εκεί, στα 19 της χρόνια, ζήτησε να την παντρευτεί ένας άρχοντας από τα Ρούστικα.

Γάμος με τον άρχοντα των Ρουστίκων
Ήταν ο Νικόλαος Τζαγκαράκης, 51 ετών, υπάλληλος της Singer, ευσεβής Χριστιανός, που είχε μάλιστα πάει και στα Ιεροσόλυμα, μεγάλη υπόθεση για τις δυσκολίες της εποχής και είχε βαφτιστεί στον Ιορδάνη. Από το γεγονός αυτό λεγόταν και Χατζής.
Η ευσέβεια του Ρουστικιανού υποψηφίου έκανε την Στέλλα να τον επιλέξει. Γιατί ήθελε ο Τίμιος Σταυρός να βρεθεί στο ανάλογο περιβάλλον. Παντρεύτηκαν το 1919 και απέκτησαν τέσσερα παιδιά. Ήταν η Ευαγγελία, ο Στυλιανός, η Μαρία και ο Σταύρος. Κι επειδή ο άνδρας της ήταν Χατζής λεγόταν κι εκείνη Χατζήνα.
Η επιλογή της αποδείχτηκε άριστη. Ο άνδρας της, δεν ήταν μόνο ένας τέλειος σύζυγος, αλλά είχε επιβάλλει και στα παιδιά του απόλυτο σεβασμό στη μητέρα τους.
Η Στέλλα πάλι έκανε ό,τι μπορούσε για να επικρατεί στο σπίτι τάξη και ευπρέπεια. Άριστη νοικοκυρά ήξερε να ράβει πουκάμισα.

Η αφετηρία των θαυμάτων
Μια ηλιόλουστη μέρα, αφού τέλειωσε τις δουλειές του σπιτιού κι ετοίμασε το φαγητό, μετέφερε τη μηχανή της στην ταράτσα του σπιτιού για να γαζώσει.
Από κοντά είχε το αγοράκι της, τον Σταύρο, που θα ήταν περίπου 20 μηνών. Το παιδάκι έπαιζε γύρω από την καπνοδόχο, αλλά σε μια στιγμή παραπάτησε κι όπως η ταράτσα δεν είχε στηθαίο, έπεσε από ύψος τριάμισι περίπου μέτρων και χτύπησε θανάσιμα σε ένα πελέκι.
Αλλόφρων έτρεξε κοντά του η έρμη μάνα. Τι να δει; Το αγοράκι της αιμορραγούσε εκεί στο χώμα από στόμα, μύτη, αυτιά, χωρίς να αναπνέει, χωρίς σημάδια ζωής. Άφωνη παρακολουθούσε σαν υπνωτισμένη η Στυλιανή.
Οι δικοί της άνθρωποι που προστρέξανε δεν ήξεραν πώς να την αντιμετωπίσουν, όπως την έβλεπαν αδάκρυτη και χλωμή σαν πεθαμένη. Προτίμησαν να την αφήσουν να συνέλθει και ασχολήθηκαν με το παιδί.
Μετέφεραν το άψυχο κορμάκι στο εσωτερικό του σπιτιού, το έβαλαν σ' ένα καναπεδάκι. Ήρθε ο γιατρός που απλά πιστοποίησε το θάνατο του μικρού. Ενώ η καμπάνα του χωριού άρχισε να χτυπά πένθιμα, ειδοποιήθηκε ο πατέρας που ήταν στη δουλειά του στο Ρέθυμνο, για το τραγικό συμβάν και του ζήτησαν να κρατά ένα φέρετρο για το παιδί.
Η αυλή άρχισε να γεμίζει κόσμο που ερχόταν να συμπαρασταθεί στο πένθος της οικογένειας. Ορίστηκε και η κηδεία για την επομένη στις 4:00 το απόγευμα.

Η δύναμη της πίστης
Και τότε η Στυλιανή θυμήθηκε τον Τίμιο Σταυρό. Πετάχτηκε σαν ελατήριο από τη θέση της. Μάταια προσπάθησαν να τη συγκρατήσουν εκείνοι που νόμιζαν πως πηγαίνει να δώσει τέλος στη ζωή της.
Σπεύδει και κατεβάζει το ιερό κειμήλιο από το εικονοστάσι με τρεμάμενα χέρια. Ασπάζεται ευλαβικά το σύμβολο της πίστης μας και πλησιάζοντας το παιδί της ακούμπησε το ιερό σύμβολο πάνω στην καρδούλα του και το έσφιξε στην αγκαλιά της:
- Τίμιε μου Σταυρέ παρακάλεσε, να ζήσει το παιδί μου, να το βαπτίσω Σταύρο και να το κάνω ιερέα.
Η προσευχή της εισακούσθηκε και το παιδάκι άνοιξε τα ματάκια του απορημένο με τον κόσμο που έβλεπε μπροστά του. Έγινε όπως το έταξε η μητέρα. Και το νεκραναστημένο παιδάκι έγινε μεγαλώνοντας ο εξαιρετικά αγαπητός μας ιερέας, παπα-Σταύρος Τζαγκαράκης, που επί εφημερίας του ανθούσε η ενορία Περιβολίων και έχει καταγραφεί στα χρονικά του τόπου, από τους ίδιους τους πιστούς, ως ένας από τους πλέον φωτισμένους μας κληρικούς.
Τα στοιχεία της οικογενείας που παραθέτω, είναι από την έκδοση «Το θαύμα του Τιμίου Σταυρού κι η Γερόντισσα Φιλοθέη Μοναχή κατά κόσμον Στυλιανή Χατζήνα» (Ορθόδοξος Κυψέλη).
Από τότε συνέρρεαν οι πιστοί στο σπίτι της, σε κάθε δύσκολη στιγμή τους ζητώντας να τους σταυρώσει με το Τίμιο Ξύλο. Κι εκείνη πρόθυμα ανταποκρινόταν χωρίς ποτέ να δεχθεί τίποτα υλικό για τη διακονία της αυτή.

Η σύγκρουση με τον Επίσκοπο
Ο τότε Επίσκοπος ενοχλήθηκε από το γεγονός ότι μια γυναίκα σταυρώνει. Να της πάρει τον Σταυρό δεν μπορούσε, αφού ήταν οικογενειακό κειμήλιο. Θεώρησε καλό να την προειδοποιήσει. Εκείνη για να δείξει υπακοή, καθώς ήταν πάντα μια ευσεβής γυναίκα, αποφάσισε να κλείσει την πόρτα της και να μη σταυρώσει ξανά.
Ένα απόγευμα πήγε σε ένα περιβόλι που καλλιεργούσε ο άνδρας της κρατώντας από το χέρι τον μικρό Σταύρο. Πλάι ήταν ένα ερειπωμένο εκκλησάκι, που είχε βάλει σκοπό ζωής η Χατζήνα κάποτε να το αναστηλώσει.
Εκεί τη βρήκε μια γυναίκα, από το διπλανό χωριό, που ήρθε για να της σταυρώσει το παιδάκι της. Είχε πρησμένο γόνατο και πονούσε αφόρητα. Η Στυλιανή είπε ψέματα για να την αποφύγει, αφού είχε υποσχεθεί στον Δεσπότη ότι δεν θα ξανασταυρώσει. Και δεν προλαβαίνει να πάει ν' ανάψει το καντήλι, στο ερειπωμένο εκκλησάκι, όταν αρχίζει γοερά κλάματα ο μικρός Σταύρος, δείχνοντας το γόνατό του που άρχισε να πρήζεται. Κατάλαβε η Χατζήνα και τρέχοντας πρόλαβε τη γυναίκα και το παιδί της, τους έφερε κοντά στο δικό της, σταύρωσε και τα δυο παιδιά, που συνήλθαν αμέσως και ζήτησε συγγνώμη για την προηγούμενη άρνηση, δίνοντας τις απαραίτητες εξηγήσεις. Δυστυχώς όμως βρέθηκε πάλι απέναντι από τον Δεσπότη που είχε θυμώσει μαθαίνοντας ότι η Στυλιανή δεν κράτησε την υπόσχεση που του είχε δώσει. Της πήρε λοιπόν τον Σταυρό και τον έδωσε στον Ηγούμενο της Μονής του Προφήτη Ηλία να τον φυλάξει.

Η δοκιμασία του Ηγούμενου
Τα στοιχεία που ακολουθούν είναι και πάλι από το βιβλίο που προανέφερα.
Ο Ηγούμενος με το που φύλαξε τον Σταυρό, πιάστηκε σε όλο του το κορμί και δεν μπορούσε να περπατήσει. Η μητέρα του, ευσεβέστατη γυναίκα, σκέφτηκε ποια μπορεί να είναι η αιτία της ταλαιπωρίας του γιου της. Και του συνέστησε να επιστρέψει τον Σταυρό. Εκείνος την άκουσε και ενημέρωσε τον Δεσπότη. Ο επόμενος που έλαβε τον Σταυρό ήταν ο πρόεδρος της Κοινότητας. Αλλά κατά ένα θαυμαστό τρόπο ο Σταυρός επέστρεψε και πάλι στη Χατζήνα, που σίγουρη πια για την αποστολή της συνέχιζε να σταυρώνει.
Φαίνεται πως ο δεσπότης το πήρε προσωπικά και της έκανε δικαστήριο. Δεν μπορούσε να δεχθεί ότι μια γυναίκα είχε το δικαίωμα να σταυρώνει. Και διεκδικούσε τον Σταυρό για τη Μητρόπολη. Την ημέρα της δίκης προσήλθαν κάπου 70 μάρτυρες υπεράσπισης, ανάμεσά τους και η σύζυγος του Εισαγγελέα, που είχε γίνει το παιδί της καλά από σοβαρή ασθένεια. Το βούλευμα ήταν αθωωτικό και ο Σταυρός έμεινε στη Στυλιανή.

Μια ηρωική πράξη
Με την κατάληψη της Κρήτης από τους Γερμανούς, είχε συλληφθεί στο Ρέθυμνο μεγάλος αριθμός αιχμαλώτων που τους κρατούσαν οι Ναζί στο Γυμνάσιο Αρρένων, χωρίς φαγητό και νερό, απαγορεύοντας την είσοδο στους πάντες.
Τότε ζήτησαν από τον Δεσπότη οι συγγενείς των αιχμαλώτων να μεσολαβήσει για την απελευθέρωσή τους. Εκείνος όμως φαίνεται πως δείλιασε και δεν ανταποκρίθηκε. Ο κόσμος αγανάκτησε επειδή τόσοι άνθρωποι έμεναν αβοήθητοι χωρίς φαγητό και νερό.
Τότε η Χατζήνα πήρε τη μεγάλη απόφαση. Γέμισε κοφίνια με τρόφιμα, ετοίμασε κανίστρες με νερό, γέμισε κι ένα καλάθι με βραστά αυγά, που ήξερε ότι αρέσουν στους Γερμανούς και πήγε στο σχολείο. Είχε στην τσάντα τον Τίμιο Σταυρό και τη συνοδεία μερικών φίλων. Μίλησε απλά στους φρουρούς. Εξήγησε ότι είναι απάνθρωπο τόσες μέρες να υποφέρουν άνθρωποι νηστικοί και διψασμένοι. Και προς μεγάλη κατάπληξη όλων οι φρουροί της επέτρεψαν να περάσει. Μάνα εξ ουρανού ήρθαν τα τρόφιμα για τους δυστυχείς αιχμαλώτους κι ευτυχώς που υπήρχε βρύση στο κτίριο για να ξεδιψάσουν οι υπόλοιποι, γιατί το νερό τελικά που κουβαλούσε η Στυλιανή, δεν έφτανε για όλους.

Η μεταμέλεια του Επισκόπου
Λίγες μέρες μετά η σεβάσμια αυτή γυναίκα έλαβε πρόσκληση από τον Δεσπότη. Πήγε περίεργη να δει τι έκανε πάλι και την καλεί σε απολογία. Οποία κατάπληξη όταν είδε τον προκαθήμενο της τοπικής εκκλησίας να τη συγχαίρει για την ηρωική της πράξη ομολογώντας τη δική του αδυναμία. Έτσι έσπασε ο πάγος μεταξύ τους και από τότε ο Αθανάσιος αποκαλούσε «Μητέρα» τη Στυλιανή, που πραγματικά άρχισε να τον φροντίζει σαν μάνα.
Κάποια στιγμή μάλιστα το 1954, όταν δημιουργήθηκε πρόβλημα και με τον Δεσπότη Ιεράπετρας, γιατί ως εκεί έφτανε η χάρη της Χατζήνας και της πήραν από την οικεία Μητρόπολη το κειμήλιό της μέχρι να γίνει δίκη, ο δικός μας Αθανάσιος του έγραψε σχετικά και αμέσως ο σταυρός επεστράφη στην Στυλιανή.
Αργότερα κι επειδή από το 1947 ήταν χήρα, εκπληρώθηκε το μεγάλο της όνειρο και εκάρη μοναχή από τον Πατριάρχη Βενέδικτο το 1964 με το όνομα Φιλοθέη.
Όπως το είχε όνειρο ζωής αναστήλωσε και το εκκλησάκι του Χριστού, τηρώντας με θρησκευτική ευλάβεια τους κανόνες που της είχε θέσει ο γέρο Χατζής. Να μην κάνει εράνους, να μην πουλήσει περιουσία που ανήκει στα παιδιά και να μη δανειστεί από τράπεζα. Στο αναστηλωμένο εκκλησάκι βαπτίστηκαν περισσότερα από 500 παιδιά που είχαν γεννηθεί από άτεκνα πριν σταυρωθούν με τον Τίμιο Σταυρό ζευγάρια.

Μια μεγάλη μορφή
Θέλουμε χώρο και χρόνο πολύ για να απαριθμήσουμε τα έργα της Γερόντισσας που ακόμα τιμάται με σεβασμό από χιλιάδες κόσμου. Από τα έργα της δεν θα μπορούσε να λείψει ναός, προς τιμήν του Αγίου Σπυρίδωνος, που ήταν ο προστάτης Άγιος της Γερόντισσας, η οποία φαίνεται πως είχε και το χάρισμα της ενόρασης.
Κάποτε μια γυναίκα που ήθελε να πάει να σταυρωθεί ζητούσε από τον άνδρα της, αλλά μάταια, τις 200 δραχμές που ήταν τα ναύλα της. Εκείνος αρνείτο πεισματικά να της δώσει τα χρήματα. Επιτέλους η γυναίκα βρήκε τρόπο και πήγε χωρίς κανένας να ξέρει την περιπέτειά της αυτή, ούτε φυσικά και η γερόντισσα. Πριν φύγει όμως, μετά το σταύρωμα, βγάζει η Φιλοθέη και της δίνει ένα φάκελο με την παράκληση να τον δώσει στον άνδρα της. Κι όταν εκείνος έκπληκτος τον άνοιξε είδε πως το περιεχόμενό του ήταν 200 δραχμές!!!
Η γερόντισσα Φιλοθέη κοιμήθηκε στις 4 Αυγούστου 1975.
Αξίζει πραγματικά τον κόπο, για τον σημερινό δοκιμαζόμενο άνθρωπο που διψά για ελπίδα, να γίνει μια εκτενέστερη έκδοση για τον βίο και τα θαύματα του Τιμίου Σταυρού, επί των ημερών της Χατζήνας, που ευτυχώς βρήκε συνεχιστή της θείας χάρης, που ευλογήθηκε, στο πρόσωπο του γιου της παπα-Σταύρου. Εκείνου που με την νεκρανάστασή του έγινε η αφετηρία όλων των θαυμαστών που ζήσαμε και που μένουν ανεξίτηλα στη μνήμη μας.
Και τώρα σας παραθέτουμε την ομιλία απο Αγιορείτη Γέροντα για την "Χατζήνα" και τα θαύματα του Τιμίου Σταυρού !
 

Πέμπτη 14 Σεπτεμβρίου 2017

ΓΥΝΑΙ, ΙΔΕ Ο ΥΙΟΣ ΣΟΥ - ΙΔΟΥ Η ΜΗΤΗΡ ΣΟΥ !!



14 Σεπτεμβρίου 2017, Εορτή της Υψώσεως του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού του Κυρίου μας !

Παραθέτουμε στην αγάπη σας ένα απόσπασμα από το βιβλίο του  Ιερομονάχου Γρηγορίου από το Ιερό Κουτλουμουσιανό Κελλίον Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου 

“ Οι επτά λόγοι του Χριστού επί του Σταυρού “ ( Αγιο Ορος , 2009 ) όπως έχει δημοσιευτεί στο Ιστολόγιο “ Χριστιανική Βιβλιογραφία”

3. Γύναι, ἴδε ὁ υἱός σου – Ἰδοὺ ἡ µήτηρ σου

 

.         Ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης µᾶς παρέδωσε τὸν τρίτο λόγο τοῦ Κυρίου ποὺ ἀπευθύνεται στὴν Παναγία Μητέρα Του καὶ στὸν ἴδιο: Ἰησοῦς οὖν ἰδὼν τὴν µητέρα καὶ τὸν µαθητὴν παρεστῶτα ὃν ἠγάπα, λέγει τῇ µητρί αὐτοῦ· Γύναι, ἴδεὁ υἱός σου. Εἶτα λέγει τῷ µαθητῇἰδοὺἡ µήτηρ σου. Καὶ ἀπ᾽ ἐκείνης τῆς ὥρας ἔλαβεν ὁ µαθητὴς αὐτὴν εἰς τὰ ἴδια» (Ἰω. ιθ´ 26-27).
.         Ὁ Χριστὸς γνώριζε ὅτι τὴν ὥρα ποὺ βρισκόταν ἐπάνω στὸν Σταυρὸἐκπληρωνόταν ἡ προφητεία τοῦ Θεοδόχου Συµεὼν πρὸς τὴν Παναγία: «Σοῦ δὲ αὐτῆς τὴν ψυχὴν διελεύσεται ροµφαία, ὅπως ἂν ἀποκαλυφθῶσιν ἐκ πολλῶν καρδιῶν διαλογισµοί». Ροµφαία ὠνόµασε ὁ ἅγιος Συµεὼν τὸν «ὀξὺ πόνο ποὺ διαπέρασε τὴν καρδία τῆς Θεοµήτορος, ὅταν ὁ Υἱός της καρφώθηκε στὸν Σταυρό». «Διότι ἡ ἁγία Παρθένος, βλέποντας σταυρωµένο Ἐκεῖνον ποὺ γεννήθηκε κατὰ σάρκα ἀπὸ αὐτήν, ἦταν σὰν νὰ κατασφαζόταν µὲ ξίφος»
(Λουκ. β´ 35 – Ζιγαβηνός, Ἑρμηνεία εἰς τὸ κατὰ Λουκᾶν, PG 129, 893D καὶ ἅγ. Κύριλλος Ἀλεξανδρείας, Ἐξήγησις εἰς τὸ κατὰ Λουκᾶν, PG 72, 505C).
.         Πραγµατικὰ «ποιός νὰ ἀπαριθµήση τὰ βέλη ποὺ καρφώθηκαν στὰ σπλάγχνα Της; Ποιός νὰ διηγηθῆ µὲ λόγια τοὺς πέρα ἀπὸ κάθε λόγο πόνους Της; Διότι ἂν καὶ ἦταν ἀκατάβλητη καὶ ἀνώτερη ἀπὸ τὰ πάθη τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, ὅµως τὸ φίλτρο τοῦ ἀγαπηµένου καὶ τὸ ὑπερβολικὸ τῶν ἀσεβηµάτων, … ἔγιναν αἰτία τῆς ἀνυπόφορης λύπης Της … πῶς ὑπέφερε βλέποντας νὰ Τὸν περιφέρουν σὰν κακοῦργο; Μὲ τί καρδία νὰ βαστάξη βλέποντας τὴ µιὰ φορὰ νὰ κατακρίνεται δηµόσια καὶ νὰ µαστιγώνεται … καὶ τὴν ἄλλη νὰ πάσχη τὰ µύρια ἄτοπα καὶ νὰ ἐµπαίζεται; πῶς τὸ ζωοποιὸ ἐκεῖνο πρόσωπο καταδεχόταν τοὺς βεβήλους ἐμπτυσμοὺς τῶν ἀσεβῶν!». Ὅµως ἡ Παναγία «ἀνακουφιζόταν µὲ τὴν δύναµη τοῦ πάσχοντος»
(Ἅγ. Γεώργιος Νικομηδείας, Λόγος εἰς τὸ Εἱστήκεισαν παρὰ τῷ Σταυρῷ τοῦ Ἰησοῦ ἡ μήτηρ αὐτοῦ, PG 100, 1464BC – 1465CD καὶ 1468 Α).
.         Ὁ Χριστὸς «βλέποντας τὴν Μητέρα Του νὰ πληγώνεται µὲ τὰ τόσο ὀδυνηρὰ βέλη τῆς µητρότητος, … κάνει νὰ ἀκουστῆ ἡ ποθητὴ φωνή Toυ καὶ λέγει Γύναι, ἴδε ὁ υἱός σου … ἀναθέτοντάς την στὸν µαθητὴ» Ἰωάννη. Μὲ τὸν λόγο Toυ αὐτὸ ὁ Χριστὸς εἶναι σὰν νὰ λέγη στὴν Μητέρα Toυ: «Τώρα, ποὺ ἔχεις τὸν ἐπιστήθιο φίλο µου, πάψε νὰ λυπᾶσαι … Ἔχεις τὸν ἠγαπηµένο Μαθητή, ὁ ὁποῖος θὰ ἀναπληρώση σὲ σένα ὅλα τὰ τῶν υἱῶν»
(ἔνθ. ἀν., PG 100, 1473D-1476D). Ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας σχολιάζει τὶς συγκλονιστικὲς αὐτὲς στιγµές: Ὁ Χριστὸς «προνόησε γιὰ τὴν Μητέρα Του, ἀψηφώντας τρόπον τινὰ τὴν « «ὑψίστη ἔνταση τοῦ δικοῦ Toυ Πάθους. Καὶ πάσχοντας παρέµενε ἀπαθής». Μὲ τὴν πράξη Του αὐτὴ ὁ Κύριος τόνιζε «αὐτὸ ποὺ καὶ ὁ µωσαϊκὸς νόµος τιµοῦσε … τὸ Τίµα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν µητέρα σου» (Εἰς Ἰωάννην, 12 PG 74, 664BC. Ἔξοδος, Κ´ 12).
.         Γύναι, ἴδε ὁ υἱός σου. «Τί ὑψίστη τιµή!», παρατηρεῖ ὁ ἱερὸς Χρυσόστοµος. «Πόσο τίµησε ὁ Χριστὸς τὸν Μαθητή! Ἐπειδὴ Αὐτὸς ἔφευγε πλέον ἀπὸ τὸν κόσµο, παρέδωσε τὴν φροντίδα τῆς Μητέρας στὸν µαθητή Του. Ἐπειδὴ δηλαδὴ ἦταν φυσικὸ ὡς µητέρα νὰ πονᾶ καὶ νὰ ζητᾶ προστασία, πολὺ εὔλογα ἐµπιστεύεται αὐτὴν σ᾽ ἐκεῖνον ποὺ ἀγαποῦσε. Καὶ σ᾽ ἐκεῖνον λέγει: Ἰδοὺ ἡ µήτηρ σου»
(Εἰς Ἰωάννην, 85,2, PG 59, 462). Ὅπως παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαµᾶς, ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, µετὰ τὸ γεγονὸς αὐτό, «δὲν εἶναι µόνον ἀγαπηµένος παρθένος, ἀλλὰ καὶ τῆς Παρθένου υἱός, δηλαδὴ ὅ,τι εἶναι ὁ Χριστὸς κατὰ φύσιν γιὰ τὴν Μητροπάρθενο καὶ Θεοµήτορα ἔγινε αὐτὸς κατὰ χάριν» (Ὁμιλία 44, Σοφοκλέους τοῦ ἐξ Οἰκονόμων, Τοῦ ἐν ἁγίοις Πατρὸς ἡμῶν Γρηγορίου ἀρχιεπισκόπου Θεσ/νίκης τοῦ Παλαμᾶ, ὁμιλίαι κβ´, Ἀθήνα 1861, σελ. 32).
.         Ὁ ἱερὸς Θεοφύλακτος γράφει σχετικά: «Κύτταξε πόσο τίµησε τὸν Μαθητή, µὲ τὸ νὰ τὸν κάνη ἀδελφό του. Τόσο καλὸ εἶναι νὰ τὸ νὰ συµπαραµένει κανεὶς µὲ τὸν Χριστὸ ποὺ πάσχει· µᾶς ὁδηγεῖ στὴν ἀδελφοποίησή Toυ … Ἔλαβεν οὖν ὁ Μαθητὴς τὴν Μαρίαν εἰς τὰ ἴδια· ἡ καθαρὴ ἀνατέθηκε στὸν καθαρὸ»
(PG 124, 277D -280B). Τὴν ἐξαιρετικὴ αὐτὴ τιµὴ πρὸς τὸν ἠγαπηµένο Μαθητὴ τονίζει καὶ ἡ ὑµνολογία τῆς Ἐκκλησίας: Μαθητὰ τοῦ Σωτῆρος Παρθένε καὶ Θεολόγε, σοὶ ὡς παρθένῳ τὴν Παρθένον καί Θεοτόκον παρέθετο Χριστὸς ὁ Θεὸς σταυρoύµενoς, καὶ ταύτην ἐφύλαξας ὡς κόρην ὀφθαλµοῦ» (Ἰδιόμελον Λιτῆς 26ης Σεπτεμβρίου).



Τρίτη 13 Ιουνίου 2017

ΕΝΑ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ ΒΙΝΤΕΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΣΤΗΝ ΖΩΗ ΜΑΣ !

Με την Χάρη του Αγίου Θεού φέρνουμε στην αγάπη Σας ένα εξαιρετικό βίντεο με κήρυγμα του μακαριστού Αγίου Καθηγουμένου της Ιεράς Μονής Γρηγορίου π. Γεωργίου Καψάνη, για την σημασία του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού στην ζωή μας !
Ιδιαίτερη σημασία θα θέλαμε να δώσετε μετά το 30ο λεπτό όπου μέσα από έναν επίκαιρο Λόγο του Αγίου Νικολάου Καβάσιλα, καταδεικνύεται η σχέση της Υπεραγίας Θεοτόκου με τον Τίμιο Σταυρό του Υιού και Θεού Της !!

 

Δευτέρα 12 Ιουνίου 2017

Ο ΤΟΠΟΣ ΟΠΟΥ ΦΥΤΡΩΣΕ ΤΟ ΔΕΝΔΡΟ ΑΠΟ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΠΡΟΗΛΘΕ Ο ΤΙΜΙΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΜΑΣ - ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩ ΤΟΠΩΝ ΟΠΟΥ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΑΠΟΘΗΣΑΥΡΙΣΜΕΝΑ ΤΕΜΑΧΙΑ ΤΙΜΙΟΥ ΞΥΛΟΥ

Σε προηγούμενη μας ανάρτηση έχουμε μιλήσει για τον τριμερή Σταυρό του Κυρίου μας !
  
Ο ΤΡΙΜΕΡΗΣ ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΜΑΣ 

Στη σημερινή μας ανάρτηση σας προτρέπουμε να επισκεφτείτε ένα εξαιρετικό Ιστολόγιο όπου θα μπορέσετε να δείτε ένα πλούσιο φωτογραφικό υλικό από τον τόπο όπου εφύτρωσε το δένδρο από το οποίο προήλθε το Τίμιος Σταυρός του Κυρίου μας !

Ο ΤΟΠΟΣ ΟΠΟΥ ΦΥΤΡΩΣΕ ΤΟ ΔΕΝΔΡΟ ΑΠΟ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΠΡΟΗΛΘΕ Ο ΤΙΜΙΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΜΑΣ 

Στο ίδιο Ιστολόγιο θα σας παραπέμψουμε για να δείτε έναν πλήρη κατάλογο των Μονών, Εκκλησιών κλπ όπου είναι αποθησαυρισμένα τεμάχια του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού !!

Στον σύνδεσμο αυτό μπορείτε να διαβάσετε εξαιρετικές και επιστημονικά τεκμηριωμένες αναρτήσεις όχι μόνο για το Τίμιο Ξύλο και το που βρίσκονται τεμάχια του, αλλά και για όλα τα άλλα αντικείμενα που σχετίζονται με το Θείο Πάθος !

Πατώντας αριστερά τους αριθμούς θα προβληθεί ξεχωριστά η κάθε ανάρτηση αναλυτικά με πολύσιο φωτογραφικό υλικό !!

ΠΛΗΡΗΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΜΕ ΤΑ ΤΕΜΑΧΙΑ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΞΥΛΟΥ ΚΑΙ ΤΑ ΑΛΛΑ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΘΕΙΟΥ ΠΑΘΟΥΣ 

Κυριακή 30 Απριλίου 2017

ΟΙ ΣΥΜΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ !! ΜΙΑ ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΗ ΕΙΚΟΝΙΤΣΑ ΜΕ ΤΟΝ ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟ ΛΥΤΡΩΤΗ ΜΑς ΠΟΥ ΑΞΙΖΕΙ ΝΑ ΔΙΑΔΟΘΕΙ !!!




Τυχαίο δεν υπάρχει τίποτε αδελφοί μου !!
Τίποτα δεν είναι ντετερμινιστικά προκαθορισμένο από το Θεό μας, μιας και σέβεται την απόλυτη ελευθερία επιλογής μας, με την οποία μας προίκισε δημιουργώντας μας κατ Εικόνα Του !!
Αλλά ως Πάνσοφος που είναι, προ-γνωρίζει τα πάντα, και με την άπειρη Σοφία Του κατεργάζεται το σχέδιο Του για τον καθένα μας, που κατατείνει στην αιώνια σωτηρία μας !!
Κάνουμε αυτήν την εισαγωγή προτού καταθέσουμε στην Αγάπη σας, τον “τυχαίο” τρόπο με τον οποίο ήρθε στα χέρια μας αυτή η ευλογημένη χάρτινη Εικόνα του Εσταυρωμένου Λυτρωτή μας !!
Την περασμένη Τρίτη 25 Απριλίου μιλήσαμε τηλεφωνικά με τον κο Ελευθέριο, έναν αδελφό μας “βαστάζο”, δηλαδή έναν λαϊκό Ιεραπόστολο που διανέμει στο πλαίσιο της Ιεραποστολής του και τα δωρεάν τευχίδια με τους Χαιρετισμούς της Παναγίας μας και ο οποίος άνοιξη και καλοκαίρι δραστηριοποιείται στην Ήπειρο και στην Δυτική Μακεδονία και τον υπόλοιπο μισό χρόνο στην Αθήνα !!
Κατά την διάρκεια της τηλεφωνικής μας συνομιλίας μας ανέφερε ότι πριν πολλά πολλά χρόνια, από τα χέρια του μακαριστού Μητροπολίτη Φλωρίνης κυρού Αυγουστίνου Καντιώτη, είχε πάρει αυτήν την Εικόνα, την οποία με δικό του κόπο και έξοδα είχε ανατυπώσει τις τελευταίες δεκαετίες σε δεκάδες, για να μην πούμε σε εκατοντάδες χιλιάδες αντίτυπα, και τα διένειμε σε όποιον έβρισκε, με πρώτο στόχο να περιοριστεί η επαίσχυντη και θεομίσητη βλασφημία των Θείων, και απώτερο και κύριο σκοπό να φέρει όσους περισσότερους Χριστιανούς μπορεί σε μετάνοια και σε εξομόλογηση !!
Η κουβέντα πέρασε και σε άλλα θέματα και προς ώρας ξεχάστηκε το θέμα με αυτές τις Εικόνες !!
Τετάρτη 26 Απριλίου 2017 στις εννέα το βράδυ, ο καλός μας τυπογράφος που έχει αναλάβει την εκτύπωση των τευχιδίων των Χαιρετισμών, τους οποίους ευσεβείς ψυχές ανώνυμα και αθόρυβα επτά χρόνια τώρα ως ευλογία τυπώνουν και τα οποία το Ιστολόγιο των Χαιρετισμών xairetismoi.blogspot.gr διανέμει δωρεάν σε όποιον θέλει να διαδώσει τους Χαιρετισμούς , μας έφερε με το φορτηγάκι του αρκετές κούτες με κάποιες χιλιάδες Χαιρετισμών !!
Είχαμε συνεννοηθεί με έναν άλλο αδελφό μας “βαστάζο” τον κο Χρήστο, ο οποίος και ήρθε με το δικό του αμάξι, ώστε να μεταφορτώσει κάποιες από τις κούτες αυτές για να τροφοδοτήσει με την σειρά του άλλες “βαστάζουσες” και “βαστάζους”, που θα τα μοιράσουν σε ΟΛΗ την Ελλάδα !!
Αφού τελείωσε την μεταφόρτωση βγάζει και μας δίνει ευλογία ένα πακετάκι με κάποιες Εικόνες !!
Ήταν ακριβώς οι Εικόνες αυτές του Εσταυρωμένου για τις οποίες μιλούσαμε με τον κο Ελευθέριο το προηγούμενο πρωινό !
Τυχαίο” αδελφοί μου ;;;; .....δεν νομίζω !!
Σταυροκοπήθηκα και αφού κατευοδώσαμε με τον καλό μας τυπογράφο τον κο Χρήστο, κάτσαμε για λίγο με τον τυπογράφο για να συζητήσουμε την προοπτική να τυπωθούν και να διαδοθούν και αυτές οι ευλογημένες Εικόνες !!
Εννιάμισι είχε φύγει και ο καλός μας τυπογράφος και μετά από πέντε λεπτά , εντελώς “τυχαία” κτυπάει το κινητό μας !
Ήταν ο κος Ελευθέριος !!
Έλα ευλογημένε !! Μόλις βρήκα ένα πακετάκι με τις Εικονίτσες του Εσταυρωμένου, για τις οποίες σου μίλαγα εχθές ! Δώσε μου σε παρακαλώ την διεύθυνση σου να στις στείλω !!!”
Με το άκουσμα αυτών των λέξεων, κάναμε τον Σταυρό μας θαυμάζοντας αυτήν την “σύμπτωση” !
Δηλαδή να λάβουμε στα χέρια μας , από τον αδελφό μας κο Χρήστο τις Εικόνες για τις οποίες μιλάγαμε την προηγούμενη ημέρα με τον κο Ελευθέριο, και να “τύχει” πέντε λεπτά αφότου τις πάρουμε στα χέρια μας , να λάβουμε τηλεφώνημα από τον κο Ελευθέριο, που πρώτος – μετά τον κυρό Αυφουστίνο – τις διέδιδε σε όλη την Ελλάδα !!
Περιγράφοντας μάλιστα στον κο Ελευθέριο το μέγεθος και το υλικό αυτών των Εικόνων – σχεδόν διπλές από τα κλασσικά Εικονάκια που χωράνε στο πορτοφόλι μας και από χαρτονάκι – διαπιστώσαμε, ότι ήταν διέφεραν από τις μικρότερες πλαστικοποιημένες που τυπώνει και μοιράζει ο κος Ελευθέριος , γεγονός που σημαίνει ότι άλλοι αδελφοί, που κάποτε τις πήραν στα χέρια τους, φωτίστηκαν από τον Άγιο Θεό μας και τις τυπώνουν πλέον οι ίδιοι και τις μοιράζουν με την σειρά τους στους αδελφούς τους !!
Επειδή όπως σας είπαμε ευλογημένοι μας αναγνώστες ΔΕΝ πιστεύουμε στο “τυχαίο” και στερρά πιστεύουμε ότι Κύριος ο Θεός μας “ομιλεί” μέσα από τις “συμπτώσεις” αυτές , προφανώς παραινώντας μας να διαδοθεί αυτή η ευλογημένη Εικόνα, με το τρισευλογημένο πνευματικό περιεχόμενο που είναι από πίσω γραμμένο, σας την παραδίδουμε με την ελπίδα ότι με όποιον τρόπο ο Θεός μας σας φωτίσει να συμβάλλετε στην διάδοση της !!
Αμήν !! Γένοιτο !!



Τρίτη 18 Απριλίου 2017

ΕΚΠΛΗΚΤΙΚΟ ΘΑΥΜΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΦΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΦΩΤΟΣ !!!! ΠΥΡΙΝΟΙ ΣΤΑΥΡΟΙ ΠΑΝΩ ΑΠΌ ΚΑΘΕ ΚΕΡΙ ΠΟΥ ΑΝΑΨΕ ΜΕ ΤΟ ΑΓΙΟ ΦΩΣ !!!


Πριν λίγο επικοινωνήσαμε με την αδελφή μας Σοφία, η οποία μόλις επέστρεψε από τους Αγίους Τόπους και η οποία έζησε για μία ακόμη φορά το θαύμα του Αγίου Φωτός !!

Για μία ακόμη φορά μας ανέφερε για τις γαλάζιες λάμψεις που αστράφτουν μέσα στον Πανάγιο Τάφο, με αποτέλεσμα να ανάβουν τα κεριά που κρατούν οι πιστοί, κάτι που πριν λίγα χρόνια το βίωσε και η ίδια !!

Αντίπροχθες Μεγάλο Σάββατο 2017 μία προσκυνήτρια που βρισκόταν δίπλα της έβγαλε μια μεγάλη κραυγή “ Φωτιά !! Φωτιά !! Δεν βλέπετε το Ιερό Κουβούκλιο καίγεται με την φωτιά που πέφτει από πάνω !!”, λίγα λεπτά πριν εμφανιστεί ο Πατριάρχης με τις λαμπάδες με το Αγιο Φως !!!

Μιλώντας όμως με αδελφό μας και διηγούμενοι σε αυτόν αυτό το θαύμα μας ενημέρωσε για ένα ακόμη μεγαλύτερο θαύμα του Αγίου Φωτός, που έχει άμεση σχέση με τον Τίμιο και Ζωοποιό Σταυρό του Κυρίου μας !!

Το θαύμα συνέβη 17 Απριλίου 2015, Μεγάλο Σάββατο και καταγράφηκε με το iphone μιας νεαρής νηπιαγωγού αρμενικής καταγωγής, της Hasmig Kalaydjian, η οποία είναι μόνιμη κάτοικος της Ιερουσαλήμ.

Από το 1.30 λεπτό του βίντεο μπορείτε να διακρίνετε ότι οάνω από τις αναμμένες λαμπάδες διακρίνονται πύρινοι φωτεινοί σταυροί, οι οποίοι βγαίνουν μέσα από τις φλόγες των λαμπάδων και έχουν ύψος 2-3 μέτρα.

Στην ουσία κάθε πιστός που κρατάει μια αναμμένη λαμπάδα, χωρίς να το γνωρίζει, κρατάει και έναν πύρινο σταυρό Αγίου Φωτός.

Είναι η πρώτη φορά που καταγράφεται ένα τόσο ξεχωριστό φαινόμενο, και για μια ακόμη φορά τεκμαίρεται η Δύναμη και η Χάρις του Τιμιου και Ζωοποιού Σταυρού του Κυρίου μας !!


Παραθέτουμε το βίντεο με το παράδοξο θαύμα στην αγάπη σας !!

Πέμπτη 6 Απριλίου 2017

ΠΩΣ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΣΩΣΤΑ ΤΟ ΣΗΜΕΙΟ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ !! ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ ΒΙΝΤΕΟ ΑΠΟ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗ ΓΕΡΟΝΤΑ !!


Ο τρίτος Αίνος του Πλαγίου Τετάρτου Ήχου που ακούσαμε την περασμένη Πέμπτη Κυριακή των Νηστειών στους Ορθόδοξους Ναούς , δηλώνει ξεκάθαρα και απερίφραστα την δύναμη του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού του Κυρίου μας !!

Λέει χαρακτηριστικά ...

Κύριε, ὅπλον κατὰ τοῦ διαβόλου, τὸν Σταυρόν σου ἡμῖν δέδωκας∙
φρίττει γὰρ καὶ τρέμει, μὴ φέρων καθορᾷν αὐτοῦ τὴν δύναμιν∙
ὅτι νεκροὺς ἀνιστᾷ καὶ θάνατον κατήργησε∙
διὰ τοῦτο προσκυνοῦμεν, τὴν Ταφήν σου καὶ τὴν Ἔγερσιν. 
 
Ωστόσο αδελφές και αδελφοί μας το ερώτημα ανακύπτει για όλες κι όλους μας !!
 
Γνωρίζουμε πως να κάνουμε σωστά τον Σταυρό μας ;;;;

Πολλοί ντρεπόμαστε ακόμη και να τον κάνουμε όταν διερχόμαστε μπροστά από μία Εκκλησία !!

Πολλοί – και μάλιστα ευσεβείς - από εμάς προφασίζονται ότι δεν θέλουν να σκανδαλίσουν τους άλλους !

Και για αυτό τον κάνουμε στα κρυφά, ή ανεπαίσθητα σαν να παίζουμε κάποιο έγχορδο όργανο !

Παραθέτουμε στην αγάπη σας ένα πολύ όμορφο κείμενο από τα πολλά που εκδίδει και διανέμει δωρεάν η Ιερά Μονή Παρακλήτου στον Ωρωπό της Αττικής !

Και κατόπιν παραθέτουμε ένα πολύ όμορφο βίντεο από Αγιορείτη Γέροντα που μας εξηγεί μέσα από την ασκητική σου σοφία τα πάντα για το σημείο του Σταυρού και πως να τον κάνουμε ! 
 
Πώς θα γίνει στα χέρια μας ο σταυρός φόβητρο των δαιμόνων
 
Αν το κάνουμε σωστά. Αν το κάνουμε όπως μας παραδίδει και μας διδάσκει ή άγια Εκκλησία μας – με πίστη, ευλάβεια, συναίσθηση, ιεροπρέπεια, ταπείνωση και διάκριση.

Πώς δηλαδή;

Αρχικά ενώνουμε τα τρία πρώτα δάκτυλα του δεξιού χεριού, ομολογώντας έτσι την πίστη μας σ’ ένα Θεό, πού είναι ταυτόχρονα και τρεις υποστάσεις, τρία πρόσωπα – ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα -, ομοούσια, ενωμένα μεταξύ τους «αχωρίστως» και «αδιαιρέτως». Τα άλλα δύο δάκτυλα, πού ακουμπούν στην παλάμη, συμβολίζουν τις δύο φύσεις, δύο θελήσεις και δύο ενέργειες του Κυρίου μας, τη θεία και την ανθρώπινη.

Μ’ αυτό τον τρόπο κάνουμε μια συμβολική ομολογία της ορθοδόξου πίστεως μας, που βάσεις και θεμέλιά της αποτελούν το τριαδολογικό και το χριστολογικό δόγμα.
Μετά φέρνουμε το χέρι στο μέτωπο, τη σωματική περιοχή της διανοητικής λειτουργίας, φανερώνοντας έτσι ότι αγαπούμε το Θεό μ’ όλη τη διάνοια μας και ότι αφιερώνουμε σ’ Αυτόν όλες τις σκέψεις μας.

Το χέρι έρχεται κατόπιν στην κοιλιά. Έτσι δηλώνουμε συμβολικά ότι προσφέρουμε στον Κύριο όλες τις επιθυμίες μας και όλα τα συναισθήματα μας. 

 
Τέλος, φέρνουμε το χέρι στους ώμους, πρώτα στο δεξιό και μετά στον αριστερό, ομολογώντας έτσι ότι και κάθε σωματική μας δραστηριότητα ανήκει σ’ Εκείνον.

Ερμηνεία του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού. 
 
Μιαν άλλη συμπληρωματική ερμηνεία, θεολογικότατη μέσα στην απλότητα της, μας δίνει στην πέμπτη διδαχή του ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός:

«Ακούσατε, χριστιανοί μου, πώς πρέπει να γίνεται ο σταυρός και τι σημαίνει. Μας λέγει το Άγιον Ευαγγέλιον πώς ή αγία Τριάς, ο Θεός, δοξάζεται εις τον ουρανόν περισσότερο από τους αγγέλους. 


Τι πρέπει να κάμεις και εσύ; 

Σμίγεις τα τρία σου δάκτυλα με το δεξιόν το χέρι σου και μην ημπορώντας να ανεβείς εις τον ουρανόν να προσκυνήσης, βάνεις το χέρι σου εις το κεφάλι σου, διατί το κεφάλι σου είναι στρογγυλό και φανερώνει τον ουρανόν και λέγεις με το στόμα: Καθώς εσείς οι άγγελοι δοξάζετε την Αγίαν Τριάδα εις τον ουρανόν, έτσι και εγώ, ως δούλος ανάξιος, δοξάζω και προσκυνώ την Αγίαν Τριάδα. Και καθώς αυτά τα δάκτυλα είναι τρία – είναι ξεχωριστά, είναι και μαζί – έτσι είναι και ή αγία Τριάς, ο Θεός, τρία πρόσωπα και ένας μόνος Θεός. 

Κατεβάζεις το χέρι σου από το κεφάλι σου και το βάνεις εις την κοιλίαν σου και λέγεις: Σε προσκυνώ και σε λατρεύω, Κύριε μου, ότι κατεδέχθης και εσαρκώθης εις την κοιλίαν της Θεοτόκου δια τας αμαρτίας μας.

Το βάζεις πάλιν εις τον δεξιόν σου ώμον και λέγεις: Σε παρακαλώ, Θεέ μου, να με συγχώρησης και να με βάλεις εις τα δεξιά σου με τους δικαίους. Βάνοντας το πάλι εις τον αριστερόν ώμον λέγεις: Σε παρακαλώ, Κύριε μου, μη με βάλεις εις τα αριστερά με τους αμαρτωλούς. Έπειτα κύπτοντας κάτω εις την γην: Σε δοξάζω, Θεέ μου, σε προσκυνώ και σε λατρεύω, ότι, καθώς εβάλθηκες εις τον τάφον, έτσι θα βαλθώ και εγώ. 

Και όταν σηκώνεσαι ορθός, φανερώνεις την Ανάστασιν και λέγεις: Σε δοξάζω, Κύριε μου, σε προσκυνώ και σε λατρεύω, πώς αναστήθηκες από τους νεκρούς δια να μας χαρίσεις την ζωήν την αιώνιον. Αυτό σημαίνει ο πανάγιος σταυρός.

Ας το χρησιμοποιούμε λοιπόν όσο μπορούμε πιο συχνά, αγιάζοντας μ’ αυτό κάθε πτυχή της καθημερινής και της πνευματικής μας ζωής.

Κυριακή 2 Απριλίου 2017

ΤΟ ΔΙΠΛΟ ΘΑΥΜΑ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΎ ΚΑΙ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΜΑΣ ΧΑΡΙΣΑΝ ΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΟΣΙΑ !!!!



Ένα πολύ μεγάλο θαύμα του Τιμίου Σταυρού και της Παναγίας μας θα σας επισημάνουμε σήμερα 2 Απριλίου 2017 Πέμπτη Κυριακή των Νηστειών της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής και η Ορθόδοξη Εκκλησία μας εορτάζει την Οσία Μαρία την Αιγύπτια !!
Και λέμε θα σας επισημάνουμε επειδή όλοι μας έχουμε μεν ακούσει για τον θαυμαστό βίο της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας που κατέστη υπόδειγμα μετάνοιας για όλες και όλους μας, αλλά πόσοι από εμάς έχουμε αναλογιστεί ότι ήταν ο Τίμιος Σταυρός του Κυρίου μας και η Υπεραγία Θεοτόκος Μητέρα Του που αποτέλεσαν την αφορμή για την μετάνοια της Οσίας Μαρίας !!
Διαβάζοντας το Συναξάρι της Αγίας, το οποίο και αντιγράψαμε από το site της Ιερας Μονής Παντοκράτορος θέλουμε να μείνετε για λίγο σε δύο σημεία !!
Το πρώτο ήταν η επιθυμία της Οσίας να επισκεφτεί τα Ιεροσόλυμα για να προσκυνήσει τον Τίμιο Σταυρό. Όταν λοιπόν έφτασε μία αόρατη δύναμη τέσσερις φορές την εμπόδισε να μπει και Τον προσκυνήσει !
Και μόνο αφού παρακάλεσε την Υπεραγία Θεοτόκο να της επιτρέψει να Τον προσκυνήσει, και μάλιστα αφού υποσχέθηκε στην Παναγία μας ότι θα πάψει πλέον την εφάμαρτη ζωή της, τότε και μονον τότε της επέτρεψε ο Κύριος, δια των πρεσβειών της Υπεραγίας Μητρός Του, να προσκυνήσει τον Τίμιο Σταυρό Του !!
Και να γίνει αυτό η απαρχή μίας τόσο μεγάλης μετάνοιας και μίας τόσο μεγάλης άσκησης ώστε η Ορθοδοξος Εκκλησίας όχι μόνο να της αφιερώσει την 1η Απριλίου εις την μνήμη της, αλλά και την Πέμπτη Κυριακή των Νηστειών !!
Η Οσία Μαρία η Αιγυπτία καταγόταν από την Αίγυπτο και έζησε τον 6ον αιώνα, την εποχή του αυτοκράτορα Ιουστινιανού. Στα νεανικά της χρόνια ζούσε μέσα στην ακολασία και παρέσυρε πολλούς ανθρώπους στην ηθική καταστροφή.
Όταν ήταν 12 χρονών ξέφυγε από την προσοχή των γονιών της και πήγε στην Αλεξάνδρεια, όπου επί 17 χρόνια ζούσε άσωτη ζωή. Μετά, από περιέργεια πήγε, με πολλούς άλλους προσκυνητές, στα Ιεροσόλυμα, για να παρευρεθεί στην ύψωση του Τίμιου Σταυρού.
Όταν θέλησε να μπει στο ναό της Ανάστασης, τη μέρα που υψωνόταν ο Τίμιος Σταυρός, ένοιωσε 3 έως 4 φορές κάποιαν αόρατη δύναμη μέσα της, που την εμπόδιζε να μπει, ενώ το πλήθος έμπαινε ανεμπόδιστα.
Αφού πληγώθηκε η καρδιά της απ' αυτό, αποφάσισε ν' αλλάξει ζωή και να εξιλεώσει το Θεό με τη μετάνοια. Έτσι βάζοντας σαν εγγυήτρια της την Παναγία, υποσχέθηκε ότι εάν αφήσει να μπει και να δει τον Σταυρό του Κυρίου, θα ήταν συνετή και φρόνιμη στο μέλλον και δεν θα μόλυνε πια το σώμα της με πονηρές επιθυμίες και ηδονές.
Όταν γύρισε μετά στην εκκλησία, αυτή τη φορά μπόρεσε να μπει χωρίς καμιά δυσκολία. Τότε προσκύνησε το Τίμιο ξύλο και χωρίς να λησμονήσει την υπόσχεση που έδωσε, αναχώρησε την ίδια μέρα από τα Ιεροσόλυμα κι' αφού πέρασε τον Ιορδάνη μπήκε στα ενδότερα μέρη της ερήμου, όπου έζησε επί 47 χρόνια μια ζωή πολύ σκληρή και ασυνήθιστη, χωρίς να δει άνθρωπο, αλλά, έχοντας μοναδικό της θεατή τον Θεό, προσευχόταν μόνη σ' Αυτόν.
Τόσο δε αγωνίστηκε, ώστε πέρασε την ανθρώπινη φύση και απόκτησε ζωή πάνω στη γη αγγελική και υπεράνθρωπη. Τόσο δε υψώθηκε δια μέσου της απάθειας, ώστε περπατούσε πάνω στα νερά του ποταμού, χωρίς να βυθίζεται. Όταν δε προσευχόταν, σηκωνόταν από τη γη ψηλά και στεκόταν μετέωρη στον αέρα.
Περί το τέλος της ζωής της έτυχε να συναντήσει κάποιον ερημίτη, που λεγόταν Ζωσιμάς, που αφού του διηγήθηκε όλη της τη ζωή, τον παρακάλεσε να της φέρει τα άχραντα Μυστήρια για να κοινωνήσει. Εκείνος το έκανε την επομένη χρονιά, την Μεγάλη Πέμπτη.
Αλλά τον άλλο χρόνο, ξαναγυρνώντας ο Ζωσιμάς την βρήκε νεκρή, ξαπλωμένη στη γη και κοντά της ένα σημείωμα, που έγραφε: «Αββά Ζωσιμά, Θάψον ώδε το σώμα της Αθλίας Μαρίας. Απέθανον την αυτήν ημέραν, καθ' ην εκοινώνησα των αχράντων Μυστηρίων. Εύχου υπέρ εμού».


Μια από τις πιο εξαίρετες γυναικείες ασκητικές μορφές είναι και της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας. Κάθε χριστιανός που θα διαβάσει τη ζωή της θα αντλήσει πολύ ωφέλιμα διδάγματα.
Επί 17 χρόνια ζούσε άσωτα μέσα στην ακολασία και την αμαρτία. Από μικρή παρασύρθηκε από το κακό της αμαρτίας και παρέσυρε κι' άλλους σ΄ αυτή.
Στα Ιεροσόλυμα με Θεϊκή επέμβαση αλλάζει σκέψεις και παίρνει νέες αποφάσεις που τις εκτελεί. Αποβάλλει τον παλαιόν άνθρωπο και φορά τον καινούργιο. Η αμαρτία της δημιούργησε πολλά ψυχικά τραύματα κι' έτσι έφυγε στην έρημο για να κλείσει και να αποβάλλει τις κακίες των πράξεων και να εξαφανίσει το ρύπο που της προκάλεσε η ακολασία. Μετανόησε, έκλαψε, πόνεσε, νήστεψε και προσευχήθηκε. Μεγάλοι οι αγώνες της και σκληρή η πάλη εναντίον των παθών της. Πολλές οι δυσκολίες, οι ταλαιπωρίες της μέσα στην έρημα, μα τις αντιμετώπισε όλες με ηρωισμό. Τους πολλούς πειρασμούς τους εξουδετέρωσε με αυτοθυσία. Και ο Κύριος άκουσε τους στεναγμούς και τα δάκρυά της, και δέχτηκε τη μετάνοιά της κι έγινε η οσία Μαρία που πρεσβεύει για τη δική μας σωτηρία.
Κι' εσύ, χριστιανέ μου, πρέπει να γνωρίζεις ότι το φάρμακο της αμαρτίας είναι η μετάνοια, που είναι και το ποιο φοβερό όπλο εναντίον του διαβόλου, που στη ταραγμένη εποχή μας στήνει τις παγίδες του και φωλιάζει παντού. Όταν λοιπόν αμαρτήσεις, όπως λέει ο Δαβίδ, «λέγε τας αμαρτίας σου πρώτος διά να δικαιωθής». Και να είσαι βέβαιος ότι με το φάρμακο της μετάνοιας θα χυθεί άφθονα στη ψυχή σου η φιλανθρωπία του Θεού.
Στα μέρη της Παλαιστίνης ήταν κάποιος ιερομόναχος , που λεγόταν Ζωσιμάς, που από μικρός ανατράφηκε σύμφωνα προς τα μοναχικά έθιμα και ζούσε πολύ ενάρετη ζωή. (Ας μη νομίσει κανένας ότι πρόκειται για το Ζωσιμά εκείνο, που χαρακτηρίσθηκε ετερόδοξος, γιατί είναι άλλος αυτός, και υπάρχει τεράστια διαφορά μεταξύ των δύο, παρ' όλο που έχουν και οι δυο το ίδιο όνομα).
Αυτός λοιπόν ο Ζωσιμάς, ο ορθόδοξος, αρχικά εμόνασε σε κάποιο μοναστήρι της Παλαιστίνης, όπου εφαρμόζοντας κάθε είδος άσκησης πέτυχε ν' αποκτήσει εγκράτεια σ' όλα. Από τη μια φύλασσε κάθε κανόνα που του παρέδιναν οι πνευματικοί προπονητές του στην αυτού του είδους παλαίστρα, από την άλλη ο ίδιος επινόησε πολλά από τη δική του πείρα στη προσπάθειά του να υποτάξει τη σάρκα στο πνεύμα. Πράγματι, δεν απότυχε σ' αυτό το σκοπό που έβαλε, η δε φήμη του έγινε παντού γνωστή, ώστε πολλοί μοναχοί, τόσο από κοντινά, όσο και από μακρινά μοναστήρια πήγαιναν κοντά του και άκουγαν τη διδασκαλία του.
Ανάμεσα στις ασχολίες του σπουδαία θέση είχαν η μελέτη και η ψαλμωδία, που ασχολείτο συνέχεια και όταν καθότανε και όταν έτρωγε και όταν έκαμνε εργόχειρο. Λέγουν μάλιστα ότι και συχνά ο Γέροντας αξιωνόταν να βλέπει το Θεό και αυτό να μην φανεί παράξενο, γιατί, «μακάριοι οι καθαροί τη καρδία ότι αυτοί τον Θεόν όψονται».
Αυτός, λοιπόν, ο Ζωσιμάς, έκανε στο μοναστήρι εκείνο πενήντα τρία χρόνια. Έπειτα δε ενοχλήθηκε από μερικούς λογισμούς, ότι δήθεν ήταν σ' όλα τέλειος, χωρίς να έχει ανάγκη τη διδασκαλία άλλου ανθρώπου. Κάποτε του ερχόταν και ο εξής λογισμός: «Άραγε υπάρχει στη γη μοναχός, που μπορεί να με ωφελήσει η να με υπερβάλλει στην αρετή;» Ενώ ο γέροντας σκεφτόταν αυτά, άγγελος Κυρίου φάνηκε σ' αυτόν και του λέει: «Ώ Ζωσιμά, αγωνίσθηκες ανθρώπινα καλά και εξετέλεσες με επιτυχία τον ασκητικόν αγώνα. Αλλά κανένας άνθρωπος είναι τέλειος, ο δε τωρινός αγώνας είναι μεγαλύτερος από τον προηγούμενο. Να ξέρεις όμως, ότι υπάρχουν κι' άλλοι δρόμοι σωτηρίας και για να πληροφορηθείς γι' αυτούς βγες από τη γη σου και από τους συγγενείς σου, καθώς ακριβώς ο Αβραάμ, ο πρώτος από τους Πατριάρχες, και πήγαινε σ' εκείνο το μοναστήρι που βρίσκεται κοντά στον Ιορδάνη ποταμό».
Αμέσως, λοιπόν, ο Γέροντας ακολουθώντας τις πιο πάνω οδηγίες βγήκε από το μοναστήρι του και οδηγήθηκε από τον άγγελο σ' εκείνο το μοναστήρι του Ιορδάνη, που τον διέταξε ο Θεός να έλθει. Αφού δε κτύπησε την πόρτα του μοναστηριού, συνάντησε πρώτα το μοναχό, που φύλαγε την εξώπορτα κι' αυτός τον παρουσίασε στον ηγούμενό του. Εκείνος δε, όταν είδε το σχήμα του και το ευλαβικό του ήθος, τον ρώτησε, αφού έβαλε τη συνηθισμένη στους μοναχούς μετάνοια κι' έλαβε ευχή: «Από πού είσαι αδελφέ και εξ αιτίας ποιου από τους ταπεινούς γέροντες ήλθες εδώ;» Ο δε Ζωσιμάς αποκρίθηκε: «Όσο με αφορά το «από πού»δεν είναι ανάγκη να σας αναφέρω. Ήλθα δε, πάτερ, χάριν ωφελείας, γιατί έχω ακούσει για σας πολύ σπουδαία και αξιέπαινα πράγματα». Απάντησε δε ο ηγούμενος: «Ο Θεός, αδελφέ, ο μόνος που θεραπεύει την ανθρώπινη αρρώστεια, Αυτός και σένα και μας θα διδάξει τα Θεία θελήματα, διότι άνθρωπος δεν μπορεί να ωφελήσει άλλον άνθρωπο. Επειδή όμως, όπως ανέφερες η αγάπη του Θεού σ' εκίνησε να επισκεφθείς εμάς τους ταπεινούς Γέροντες, μείνε μαζί μας και όλους θα μας θρέψει με τη χάρη του Πνεύματος ο καλός Ποιμένας, που έδωσε την ψυχή του σαν λύτρο για μας». «Όταν είπε αυτά ο ηγούμενος, ο Ζωσιμάς έβαλε και πάλι μετάνοια και ζήτησε ευχή. Ύστερα αποσύρθηκε και από τότε παρέμεινε σ' εκείνο το μοναστήρι. Συνάντησε δε εκεί Γέροντες λαμπρούς στη θεωρία και τη πράξη, λέοντες ως προς το πνεύμα και δουλεύοντες στον Κύριο. Διότι η ψαλμωδία ήταν ακατάπαυστη και το εργόχειρο πάντα στα χέρια τους, χωρίς να ενδιαφέρονται για τις φροντίδες της ζωής. Ένα δε μονάχα τους απασχολούσε όλους, πως καθένας απ' αυτούς, θα νέκρωνε το σώμα του στον κόσμο. Σαν τροφή είχαν τα θεόπνευστα λόγια, έτρεφαν όμως και το σώμα τους, αλλά μόνο με τα απαραίτητα, δηλ. το ψωμί και το νερό.
Ύστερα από αρκετές μέρες έφτασε ο καιρός που οι χριστιανοί έκαναν τις ιερές νηστείες, για να καθαριστούν, προκειμένου να προσκυνήσουν το Θείο Πάθος και την Ανάσταση του Χριστού. Η πύλη του μοναστηριού δεν άνοιξε ποτέ, αλλά ήταν πάντα κλειστή, ώστε οι μοναχοί να κάνουν ανενόχλητοι την άσκησή τους. Άνοιγε μόνο, αν κάποιος μοναχός έβγαινε λόγω ανάγκης, γιατί ο τόπος ήταν έρημος και στους περισσότερους από τα γειτονικά μοναστήρια ήταν όχι μόνο αδιαπέρατος, αλλά και άγνωστος. Φυλασσόταν δε στο μοναστήρι τέτοιος κανόνας, για τον οποίο, όπως φαίνεται, και το Ζωσιμά ο Θεός οδήγησε σ΄ εκείνο το μοναστήρι. Ποιος ήταν ο κανόνας και πως φυλασσόταν, θα αναφερθεί πιο κάτω.
Τη πρώτη μέρα της Μ.Τεσσαρακοστής, κατά τη συνήθεια που υπήρχε γινόταν η Θεία λειτουργία και καθένας κοινωνούσε των αχράντων και ζωοποιών μυστηρίων και ύστερα έπαιρνε λίγη τροφή. Έτσι μαζευόντουσαν όλοι στο ευκτήριο, όπου, αφού λεγόταν μακρά ευχή και γινόταν γονυκλισία, οι Γέροντες ασπάζονταν ο ένας τον άλλο και αφού αγκάλιαζαν τον ηγούμενο, βάλλοντας καθένας μετάνοια ζητούσε να πάρει ευχή απ' αυτόν, για να την έχει βοηθό στο προκείμενο αγώνα.
Όταν αυτά γινόντουσαν κατ' αυτό τον τρόπο, η πόρτα του μοναστηριού άνοιγε και ψάλλοντας το «Κύριος φωτισμός μου και σωτήρ μου, τίνα φοβηθήσομαι» καθώς και το υπόλοιπο μέρος του ψαλμού, έβγαιναν όλοι, αφήνοντας ένα η δύο φύλακες στο μοναστήρι, όχι για να φυλάσσουν τα πράγματα που βρισκόντουσαν σ' αυτό (γιατί δεν υπήρχε τίποτε που θα μπορούσαν να πάρουν οι κλέφτες), αλλά για να μη μένει το ευκτήριο αλειτούργητο.
Καθένας δε εφοδιαζόταν, όπως μπορούσε και ήθελε: άλλος μεν έπαιρνε ψωμί, άλλος σύκα ξηρά, άλλος φοινίκια, άλλος βρεγμένα όσπρια, άλλος δε τίποτε άλλο εκτός από το σώμα του και το ράσο που φορούσε. Υπήρχε δε κανόνας απαράβατος σ' αυτούς να μην ξέρει ο ένας πως έκανε εγκράτεια η πως περνούσε ο άλλος, γιατί όταν περνούσαν τον Ιορδάνη, αμέσως καθένας εχώριζε από τους άλλους και κανένας δεν πήγαινε να συναντήσει τον άλλο, αλλά και αν κάποτε ένας απ' αυτούς έβλεπε από μακριά άλλον να έρχεται σ' αυτόν, αμέσως λοξοδρομούσε και πήγαινε σ' άλλο μέρος. Ζούσε δε με τον εαυτό του, ψάλλοντας παντοτινά και δοξάζοντας το Θεό.
Έτσι λοιπόν αφού περνούσαν όλες τις ημέρες της ιερής νηστείας, γυρνούσαν πίσω στο μοναστήρι τη Κυριακή των Βαΐων, φέροντας καθένας μαζί του το καρπό των δικών του κόπων και ξέροντας πως εργάστηκε. Κανένας δε δεν ρωτούσε τον άλλον πως πέρασε. Αυτός λοιπόν ήταν ο κανόνας του Μοναστηριού, που γινόταν με επιτυχία, γιατί καθένας πηγαίνοντας στην έρημο προς τον αθλοθέτη Θεό αγωνιζόταν μόνος του, όχι για ν' αρέσει στους ανθρώπους και να κάνει εγκράτεια επιδεικτικά. Γιατί αυτά που γίνονται με σκοπό ν' αρέσουν στους ανθρώπους, όχι μόνο σε τίποτε δεν ωφελούν εκείνο που τα κάνει, αλλά προξενούν και ζημιά σ' αυτόν.
Τότε και ο Ζωσιμάς, σύμφωνα με τη συνήθεια του κανόνα πέρασε τον Ιορδάνη, μεταφέροντας λίγα μόνο εφόδια για τις ανάγκες του σώματός του και το ράσο που φορούσε. Ενώ δε περνούσε την έρημο εκτελούσε το κανόνα και όπου νυκτωνόταν κοιμόταν κάτω στη γη.
Νωρίς δε το πρωί συνέχιζε το περπάτημα πάντοτε με σταθερό ρυθμό. Ήθελε δε, καθώς έλεγε, να προχωρήσει στο εσωτερικό της ερήμου, με την ελπίδα ότι εκεί θα μπορούσε να βρει κάποιο Πατέρα για ν' ακούσει το λόγο του Θεού. Μάλιστα δε περπατούσε με τόση προσπάθεια, σαν να προχωρούσε σε κάποιο σπουδαίο και γνωστό κατάλυμα. Αφού, λοιπόν, περπάτησε επί είκοσι μέρες, όταν ήταν έκτη ώρα, σταμάτησε για λίγο την οδοιπορία κι' αφού στράφηκε προς την ανατολή, έκανε τη συνηθισμένη προσευχή του. Γιατί συνήθιζε, σ' ορισμένες ώρες της μέρας, να διακόπτει τη πορεία και να ξεκουράζεται λίγο από τον κόσμο, στεκόμενος δε έψαλλε και προσευχόταν γονατιστός.
Ενώ δε έψαλλε και έβλεπε τον ουρανό συνέχεια, είδε στα δεξιά του μέρους που καθόταν, μια ανθρώπινη σκιά. Στην αρχή ταράχτηκε, υποπτευόμενος ότι βλέπει φάντασμα δαίμονα και φοβήθηκε . Αφού δε έκανε το σημείο του σταυρού κι' έδιωξε το φόβο, διάκρινε φανερά κάποιον γύρω στο μεσημέρι να περπατά. Είχε μαύρο σώμα από τον καύσωνα και είχε στο κεφάλι άσπρες τρίχες, σαν το βαμβάκι, ήσαν όμως λίγες και έφταναν μέχρι τον τράχηλό του. Όταν τον είδε ο Ζωσιμάς χάρηκε και άρχισε να τρέχει προς το μέρος του. Η χαρά του ήταν ανέκφραστη, γιατί σ' όλο εκείνο το χρονικό διάστημα, δεν είδε κανένα άνθρωπο, ούτε ζώο η πτηνό η φάντασμα ακόμα. Ζητούσε λοιπόν να μάθει ποιος ήταν ελπίζοντας ότι θα γινόταν αιτία για να γνωρίσει σπουδαία πράγματα.
Όταν δε εκείνος είδε το Ζωσιμά να έρχεται από μακρυά , άρχισε να τρέχει προς το εσωτερικό της ερήμου. Ο δε Ζωσιμάς ξεχνώντας την προχωρημένη ηλικία του και δίχως να λογαριάσει τη κούραση από το περπάτημα, έτρεξε αμέσως για να συναντήσει εκείνον που έφευγε. Αυτός μεν καταδίωκε, εκείνος δε έφευγε.
Επειδή ο Ζωσιμάς έτρεχε πιο γρήγορα, σιγά - σιγά πλησίαζε εκείνον που έφευγε. Όταν δε πλησίασε σε σημείο που μπορούσε να ακουστεί η φωνή του, άρχισε ο Ζωσιμάς να φωνάζει κλαίοντας: «Γιατί με αποφεύγεις, τον αμαρτωλό Γέροντα, ω δούλε του Θεού; Μείνε μαζί μου, όποιος και νάσαι, για την αγάπη του Θεού, για τον Οποίο ήλθες και κατοίκησες σ' αυτή την έρημο, στάσου κι' ευλόγησέ με».
Ενώ ο Ζωσιμάς έλεγε αυτά με δάκρυα στα μάτια, έφτασαν και οι δυο τρέχοντας σε κάποιο τόπο, όπου σχηματιζόταν ένας χείμαρρος ξηρός. Όταν λοιπόν έφτασαν εκεί, εκείνος που έφευγε κατέβηκε και πάλιν ανέβηκε στο άλλο μέρος, ο δε Ζωσιμάς κουρασμένος και μη μπορώντας άλλο να τρέχει, στάθηκε στο άλλο μέρος του χειμάρρου και έκλαψε τόσο πολύ, ώστε τα κλάματά του ακούονταν καθαρά. Τότε εκείνος που έφευγε, άνοιξε το στόμα του και είπε: «Αββά Ζωσιμά, συγχώρησέ με για τον Κύριο Ιησού Χριστό. Δεν μπορώ να γυρίσω και να σε δω στο πρόσωπο, γιατί είμαι γυναίκα, γυμνή. Αλλά αν θέλεις να δώσεις ευχή σε αμαρτωλή γυναίκα, ρίξε το ράσο που φοράς για να σκεπάσω το σώμα μου και να στραφώ προς εσένα για να πάρω τις ευχές σου». Τότε ο Ζωσιμάς απόρησε γιατί τον φώναζε με τ' όνομά του και σοφός καθώς ήταν αντελήφθηκε ότι ο άγνωστος δεν μπορούσε να τον φωνάζει με τα' όνομά του, εκτός αν είχε υπερφυσικό χάρισμα.
Έβγαλε το ράσο του και της το έριξε από πίσω κι εκείνη αφού το πήρε και σκέπασε το σώμα της, στράφηκε προς τον Ζωσιμά και του είπε: «Τι ήθελες να δεις μια αμαρτωλή γυναίκα; Τι ζητάς να μάθεις από μένα και δεν βαρέθηκες να κάνεις τόσο μεγάλο κόπο;» Ο δε Γέροντας αφού γονάτισε στη γη, ζήτησε να πάρει ευλογία, σύμφωνα με τη συνήθεια. Επειδή κι' αυτή έβαλε μετάνοια, ήταν και οι δυο στη γη και περίμενε ο ένας τον άλλο να δώσει ευλογία. Αλλά τίποτα από κανένα δε λεγόταν, εκτός από το: «ευλόγησον». Αφού πέρασε αρκετή ώρα, είπε η γυναίκα προς το Ζωσιμά: «Αββά Ζωσιμά σε σένα αρμόζει να ευλογήσεις και να ευχηθείς, γιατί έχεις τιμηθεί με το αξίωμα του ιερέα και από πολλά χρόνια στέκεσαι μπροστά στο ιερό θυσιαστήριο». Αυτά προκάλεσαν πολύ φόβο στο Ζωσιμά και ο Γέροντας αφού λούστηκε με ιδρώτα στέναξε και είπε με φωνή που διακοπτόταν: «Ώ πνευματική Μητέρα, και από το ήθος σου φαίνεται ότι εσύ κατά το μεγαλύτερο μέρος έχεις νεκρωθεί για τον κόσμο, είναι δε φανερό, ότι σου δόθηκε μεγαλύτερο χάρισμα από μένα, αφού μου μίλησες με τα' όνομά μου, και είπες ότι είμαι ιερέας, χωρίς να με γνωρίζεις. Επειδή λοιπόν η χάρη δεν εξαρτάται από τα αξιώματα, αλλά από τη ψυχική υπόσταση, εσύ πρέπει να μ' ευλογήσεις για τον Κύριο και να δώσεις σε μένα ευχή, που έχω ανάγκη από τη δική σου τελειότητα».
Αφού υποχώρησε η γυναίκα στην ένσταση του Γέροντα και υπάκουσε, είπε: «Ευλογητός ο Θεός, ο Οποίος φροντίζει για τη σωτηρία των ανθρωπίνων ψυχών». Όταν δε ο Ζωσιμάς είπε το «Αμήν», σηκώθηκαν και οι δυο από την γονυκλισία και είπε τότε η γυναίκα προς το Γέροντα: «Για χάρη ποιου θέλησες να δεις γυναίκα στερημένη από κάθε αρετήν; Αλλά, επειδή ακριβώς η χάρη του Αγίου Πνεύματος σε καθοδήγησε να μου προσφέρεις, ανάλογα με τη περίσταση, κάποια εξυπηρέτηση, πες μου, πως ζουν οι χριστιανοί; Πως ζουν οι βασιλιάδες; Πως είναι η Εκκλησία;»
Ο δε Ζωσιμάς είπε σ' αυτή: «Μ' ένα λόγο, Μητέρα Οσία, με τις δικές σου ο Χριστός χάρισε σ' όλους ειρήνη. Δέξου όμως παράκληση ανάξιου Γέροντα και ευχήσου για τον κόσμο όλο και για με τον αμαρτωλό, ώστε αυτό το χρονικό διάστημα, που περνώ στην έρημο, να μην αποβεί άκαρπο». Εκείνη δε του απάντησε: «Αββά Ζωσιμά, συ πρέπει να κάνεις δέηση για με, και για όλους γιατί σε σένα έπεσε ο κλήρος γι' αυτό. Αλλά επειδή με προστάζεις, θα το κάνω με προθυμία»
Αφού είπε αυτά η γυναίκα, στράφηκε προς την ανατολή και αφού σήκωσε τα μάτια της προς τον ουρανό, άρχισε να προσεύχεται, ψιθυρίζοντας, αλλά δεν ακουόταν καμιά φωνή. Γι' αυτό ο Ζωσιμάς δεν άκουε τίποτε, στεκόταν δε, όπως έλεγε, γεμάτος με πολύ φόβο και βλέποντας προς τα κάτω, χωρίς να λέει τίποτα. Επειδή δε εκείνη καθυστέρησε αρκετά στην προσευχή, αυτός, αφού σηκώθηκε λίγο από τη γονυκλισία, είδε ότι εκείνη είχε ανυψωθεί έναν πήχυ πάνω από τη γη και προσευχόταν, αιωρούμενη στον αέρα.
Όταν είδε αυτό ο Ζωσιμάς φοβήθηκε περισσότερο και έπεσε στο έδαφος και από τη πολλή αγωνία του περιλούστηκε από ιδρώτα. Σε κανένα δεν τολμούσε να πει τίποτα, μόνο δε στον εαυτό του έλεγε συνεχώς το «Κύριε ελέησον». Βρισκόμενος δε ξαπλωμένος στη γη ο Γέροντας σκανδαλιζόταν σκεφτόμενος: «Μήπως είναι πνεύμα και υποκρίνεται ότι προσεύχεται;» Αφού δε η γυναίκα ήλθε κοντά του, τον σήκωσε λέγοντάς του: «Γιατί, Αββά, σε ταράσσουν οι λογισμοί; Μήπως σκανδαλίστηκες εξ αιτίας μου, ότι τάχα είμαι πνεύμα και υποκρίνομαι ότι προσεύχομαι; Μάθε άνθρωπε, ότι είμαι αμαρτωλή γυναίκα, αλλ' είμαι οχυρωμένη με το άγιο βάπτισμα και δεν είμαι πνεύμα, αλλά γη και στάκτη». Και αφού είπε αυτά, σφράγισε με το σημείο του σταυρού το μέτωπο, τα μάτια, τα χείλη, και το στήθος λέγοντας: «Ο Θεός, Αββά Ζωσιμά, ας μας ελευθερώσει από το πονηρό και τις παγίδες του».
Όταν άκουσε και είδε όλ' αυτά ο Ζωσιμάς, έπεσε στο έδαφος και αφού άγγιξε τα πόδια της, είπε δακρύζοντας: «Σε ορκίζω στο όνομα του Χριστού, του Θεού μας, ο Οποίος γεννήθηκε από την Παρθένα, να μην κρύψεις από τον δούλο σου ποια είσαι, από πού , πότε και με ποιο τρόπο ήλθες εδώ στην έρημο και κατοίκησες. Μη μου κρύψεις τίποτα που σε αφορά, αλλά διηγήσου μου τα όλα, για να φανερωθούν τα μεγαλεία του Θεού. Γιατί σοφία κρυμμένη και θησαυρός που δεν φαίνεται δε ωφελούν σε τίποτε, όπως είναι γραμμένο στην Αγία Γραφή. Πες μου τα λοιπόν, όλα για χάρη του Κυρίου μας, γιατί δεν πρόκειται να τα πεις για να καυχηθείς η να επιδειχτείς, αλλά για να με πληροφορήσεις τον αμαρτωλό και ανάξιο, πιστεύοντας ότι ο Θεός, για τον οποίο ζεις, γι' αυτό το λόγο με οδήγησε σ' αυτή την έρημο, για να μου φανερώσεις δηλαδή όσα σχετίζονται με σένα. Επομένως δεν έχουμε κανένα δικαίωμα να φέρουμε αντίσταση στα σχέδια του Θεού, διότι αν δεν ήταν θέλημα Θεού να σε γνωρίσω και να μάθω πως αγωνίσθηκες, τότε δεν θα άφηνε να σε δει κανείς, ούτε και θα βοηθούσε να κάνω τόσο δρόμο, εγώ που δεν κατόρθωσα να βγω από το κελλί μου».
Αφού είπε όλ' αυτά και άλλα ο Αββάς Ζωσιμάς, τον πλησίασε η γυναίκα και αφού τον σήκωσε απ' ην γη του είπε: «Ντρέπομαι, Αββά μου, να σου διηγηθώ τα έργα μου, γιατί είναι γεμάτα ντροπή, αλλά επειδή είδες γυμνό το σώμα μου, για να γνωρίσεις καλά όσο αμαρτωλή είναι η ψυχή μου. Είναι λάθος που νόμισες ότι δεν ήλθα να σου διηγηθώ τα όσα με αφορούν, τάχα για να μη καυχηθώ, και τι να καυχηθώ που έγινα όργανο του διαβόλου; Γνωρίζω όμως ότι, όταν αρχίσω την διήγησή μου, θα αναγκαστείς να φύγεις από κοντά μου, όπως φεύγει ένας από το φίδι, μη θέλοντας να ακούσεις τις κακές μου πράξεις. Και όμως θα σου τα διηγηθώ, χωρίς να παραλείψω τίποτε, σε εξορκίζω όμως προηγουμένως να μην σταματήσεις να προσεύχεσαι ίσως βρω έλεος από το Θεό κατά την μέρα της Κρίσης».
Και ενώ τα δάκρυα του Γέροντα έτρεχαν από τα μάτια του χωρίς σταματημό, άρχισε η γυναίκα τη διήγησή της:
«Εγώ αδελφέ, έχω πατρίδα την Αίγυπτο. Ενώ ακόμα ζούσαν οι γονείς μου κι εγώ ήμουν δώδεκα χρονών, τους άφησα και πήγα στην Αλεξάνδρεια. Εκεί πολύ νωρίς παρασύρθηκα σε πράξεις αμαρτωλές και διάφθειρα την παρθενία μου, επειδή επιδόθηκα στο πάθος της πορνείας. Επί δεκαεφτά χρόνια, συγχώρησέ με, υπήρξα άσωτη δημόσια και έγινα πειρασμός για τους ανθρώπους. Αυτό δεν το έκανα, ειλικρινά σας λέω, όχι για να κερδίζω χρήματα, παρ' όλο που πολλοί μου έδιναν αλλ' εγώ δεν τα έπαιρνα, αλλά για να έρχονται πολλοί σε μένα και να ικανοποιούν το πάθος μου. Και μη νομίσεις ότι δεν δεχόμουνα χρήματα γιατί ήμουν πλούσια. Αντίθετα, ζούσα από χειρωνακτική εργασία, έκλωθα ρόκα. Είχα δε ακόρεστην επιθυμία και ακατάσχετον έρωτα, εξ αιτίας των οποίων κυλιόμουν στο βόρβορο. Μάλιστα δε μου φαινόταν ότι αυτή είναι η ζωή, να εκτελώ τη βρισιά της φύσης». Έτσι λοιπόν ζούσα, οπότε ένα καλοκαίρι είδα πολύν κόσμον από τη Λιβύη και Αίγυπτο, που κατευθύνονταν προς τη θάλασσα και ρώτησα ένα απ' αυτούς για να πληροφορηθώ που πήγαιναν. Εκείνος μου απάντησε: «Πηγαίνουν στα Ιεροσόλυμα γιατί μετά από λίγες μέρες θα γιορταστεί η ύψωση του Τιμίου Σταυρού». Είπα τότε σ' αυτόν: «Άραγε δε με παίρνουν κι' εμένα μαζί τους, αν τους ακολουθήσω;» Εκείνος μου αποκρίθηκε: «Αν έχεις τα ναύλα και τα έξοδά σου, κανένας δε θα σ' εμποδίσει». Είπα τότε σ' αυτόν: «Πραγματικά, ούτε για ναύλα ούτε για άλλα έξοδα έχω χρήματα, και θα μπω σ' ένα πλοίο, προσφέροντας το σώμα μου για αντάλλαγμα αυτών». Γιατί, ο σκοπός που ήθελα να πάω, (συγχωρέστε με Αββά μου)ήταν για να βρω πολλούς εραστές του πάθους μου. Σου τα είπα, Αββά Ζωσιμά, μη μ' αναγκάσεις να σου πω τη ντροπή των έργων μου, γιατί φρίττω, τα γνωρίζει ο Θεός, επειδή θα μολύνω και σένα και τον αέρα λέγοντας όλα τα έργα μου».
Ο Ζωσιμάς βρέχοντας με δάκρυα το έδαφος της απάντησε: «Λέγε Μητέρα Οσία, και μη διακόψεις τη συνέχεια της ωφέλιμης αυτής διήγησης». Εκείνη δε πάλι, παίρνοντας το λόγο, πρόσθεσε τα εξής: «Εκείνος ο νέος, αφού άκουσε τα αισχρά λόγια μου, έφυγε γελώντας. Εγώ δε, αφού έρριψα τη ρόκα μου, που κρατούσα, κατά τύχη τότε, έτρεξα προς τη θάλασσα, που είδα να τρέχουν οι άλλοι. Εκεί διέκρινα δέκα η περισσότερους νέους, ωραίους και με σφριγηλό σώμα, που μου φάνηκαν ότι ικανοποιούσαν το σκοπό που επεδίωκα. Στεκόντουσαν δε, και περίμεναν κι' άλλους συνεπιβάτες, γιατί κι' άλλοι που πήγαν μπροστά, μπήκαν μέσα στα πλοία, τότε, εγώ, αφού πήδηξα με αναίδεια στο μέσο τους είπα: «Πάρτε και μένα όπου θα πάτε και σας πληροφορώ ότι δεν θα αποδειχθώ άχρειστη». Μετά, αφού είπα πιο αισχρά ακόμα λόγια, τους έκαμα όλους να γελούν. Εκείνοι δε, αφού αντελήφθηκαν τις αναιδείς διαθέσεις μου, με οδήγησαν στο πλοίο που ήταν έτοιμο, γιατί εν τω μεταξύ έφτασαν κι' εκείνοι, που περίμεναν».
«Όσα δε έγιναν ύστερα, πώς να σου τα διηγηθώ άνθρωπέ μου; Ποια γλώσσα μπορεί να εξιστορήσει η ποια αυτιά ν' ακούσουν, όσα συνέβηκαν μέσα στο πλοίο και κατά τη διάρκεια του ταξιδιού; Δεν υπάρχει είδος ασέλγειας, που να μην έγινε μάλιστα αναγκάζοντάς τους εγώ εκείνους τους άθλιους να την κάνουν».
«Και τώρα Αββά μου, εκπλήσσομαι, πως η θάλασσα ανέχθηκε τις ασέλγειές μου! Πως δεν άνοιξε η γη το στόμα της, για να με καταπιεί ζωντανή ο Άδης, που παγίδεψα τόσες πολλές ψυχές! Αλλά, καθώς φαίνεται ο Θεός ζητούσε τη μετάνοιά μου, γιατί δεν θέλει το θάνατο αμαρτωλού, αλλά περιμένει με μακροθυμία για να δεχτεί την επιστροφή του. Έτσι λοιπόν με τόση πολλή βία, φτάσαμε στα Ιεροσόλυμα. Όσες δε μέρες πριν τη γιορτή έμεινα στην πόλη, η ζωή μου υπήρξε η ίδια, μάλλον δε χειρότερη, γιατί δεν αρκέστηκα μόνο σ' αυτούς τους νέους που μαζί τους ασελγούσα στο πλοίο, αλλά και πολλούς πολίτες και ξένους μόλυνα».
Όταν έφτασε η μέρα της Αγίας Ύψωσης του Σταυρού κι' επρόκειτο να τελεστεί η γιορτή, εγώ μεν, όπως και προηγουμένως, κυνηγώντας ψυχές νέων. Είδα δε ότι, πολύ πρωΐ τη μέρα εκείνη όλοι έτρεχαν στην εκκλησία, οπότε έτρεξα κι' εγώ να πάω μαζί μ' αυτούς. Ήλθα λοιπόν, μαζί τους στο προαύλιο της εκκλησίας και όταν ήλθε η ώρα της Θείας Ύψωσης, προσπαθούσα να μπω, και μέχρι μεν της εξώπορτας, με πολύ κόπο κατόρθωσα να πλησιάσω η ταλαίπωρη. Όταν δε πάτησα το κατώφλι της πόρτας ενώ όλοι οι άλλοι έμπαιναν ανενόχλητα, εμένα κάποια Θεία δύναμη με εμπόδιζε, που δεν μου επέτρεπε να μπω».
«Επειδή δε νόμιζα ότι εξ αιτίας, της γυναικείας αδυναμίας μου συνέβηκε αυτό, αναμειγνυόμουνα με τους άλλους και έσπρωχνα προς τα εμπρός, αλλά μάταια κοπίαζα. Γιατί, όταν πια το άθλιο μου πόδι πάτησε το κατώφλι της πόρτας, όλους τους άλλους δέχτηκε η εκκλησία, εμένα όμως τη δυστυχισμένη δεν δεχότανε: αλλά, όπως ακριβώς αν υπήρχε παραπεταγμένο στρατιωτικό απόσπασμα για ν' αποκλείσει την είσοδο, έτσι κάποια δύναμη με εμπόδιζε και πάλι όταν βρισκόμουν στο προαύλιο».
«Αυτό συνέβηκε τρεις και τέσσερις φορές και όταν πλέον κουράστηκα και δεν μπορούσα άλλο να σπρώχνω και να σπρώχνομαι, έφυγα απ' εκεί και πήγα και στάθηκα σε μια γωνιά της αυλής. Όταν δε συνήλθα, αντιλήφθηκα την αιτία, που με εμπόδιζε να δω το ζωοποιό ξύλο. Γιατί άγγιζε τα μάτια της ψυχής μου ο σωτήριος λόγος, που μου υπέδειξε ότι ο βόρβορος των έργων μου ήταν η αιτία να κλείσει σε μένα η είσοδος της εκκλησίας».
«Άρχισα τότε να κλαίω, να οδύρομαι και να κτυπώ το στήθος μου, βγάζοντας στεναγμούς από τα βάθη της καρδιάς μου. Ενώ δε έκλαια, είδα πάνω από το τόπο που στεκόμουν, την εικόνα της Παναγίας Θεοτόκου, και είπα σ' αυτήν: «Παρθένα Δέσποινα, γνωρίζω ότι δεν είμαι άξια να βλέπω την αγία εικόνα Σένα της Αειπαρθένου, Σένα της Αγνής, Σένα της οποίας το σώμα και η ψυχή είναι καθαρή και αμόλυντη, εξ αιτίας των πολλών μου αμαρτιών, αλλά είναι δίκαιο να με μισείς και ν' αποστρέφεσαι την άσωτη. Επειδή όμως, καθώς άκουσα γι' αυτό το λόγο, ο Θεός που Τον γέννησες, έγινε άνθρωπος για να καλέσει σε μετάνοια τους αμαρτωλούς, βοήθα με, που είμαι μόνη και δεν έχω κανένα να μου συμπαρασταθεί. Διάταξε να επιτραπεί και σε με η είσοδος στην εκκλησία για να δω το άγιο Ξύλο, πάνω στο οποίο έδωσε το αίμα του ο Γιός σου για τη δική μου σωτηρία. Διάταξε, ν' ανοίξει και για με η πόρτα της Θείας προσκύνησης του Σταυρού και βάζω στο Γιό σου, σαν εγγυήτρια αξιόχρεη, Σένα. Γιατί πλέον δεν πρόκειται να λερώσω το σώμα μου μ' οποιαδήποτε αισχρή πράξη, αλλά όταν δω το ξύλο του Σταυρού του Γιού σου, θ' αποστραφώ αμέσως το κόσμο και όλα τα κοσμικά και όταν βγω από την εκκλησία θα πάω όπου Εσύ, σαν εγγυήτρια της σωτηρίας μου, θα με οδηγήσεις».
«Όταν είπα αυτά, η πίστη μου θερμάνθηκε και πήρα θάρρος από την ευσπλαχνία της Θεοτόκου. Αφού δε έφυγα από το μέρος εκείνο, όπου προσευχήθηκα, ανεμίχθηκα μ' εκείνους που έμπαιναν στην εκκλησία και κανένας πια δεν υπήρχε που να με σπρώχνει. Πλησίασα την πόρτα, χωρίς κανένα εμπόδιο, οπότε με έπιασε φρίκη και έκσταση και όλο το σώμα μου έτρεμε. Όταν δε έφτασα στη πόρτα που ως τότε ήταν κλεισμένη για μένα, κάθε δύναμη, που προηγουμένως εμπόδιζε την είσοδό μου, τότε εξαφανίστηκε. Έτσι μπήκα χωρίς κόπο, στα Άγια των Αγίων και αξιώθηκα να δω το ζωοποιό Σταυρό και τα μυστήρια του Θεού, ο Οποίος ήταν έτοιμος να δεχτεί την μετάνοιά μου. Αφού λοιπόν έπεσα κάτω και προσκύνησα το άγιο εκείνο έδαφος, βγήκα έξω κι' έτρεξα στην εγγυήτριά μου. Όταν έφτασα στον τόπο εκείνο που υπογράφτηκε το χειρόγραφο της εγγύησης, γονάτισα μπροστά, στην εικόνα της Αειπάρθενης και της είπα αυτά τα λόγια:

Εσύ μεν, ω φιλάγαθε Δέσποινα, μου έδειξες τη φιλανθρωπία Σου, Εσύ δεν επεριφρόνησες τη δέηση της ανάξιας δούλης σου. Είδα δόξα που δικαιολογημένα δεν βλέπουμε εμείς οι άσωτοι. Ας είναι δοξασμένος ο Θεός , ο οποίος δέχεται με τη μεσιτεία Σου τη μετάνοια των αμαρτωλών. Ήλθε λοιπόν η στιγμή να εκπληρώσω τη συμφωνία. Οδήγησέ με όπου θέλεις, γίνε δάσκαλος της σωτηρίας μου καθοδηγώντας με στο δρόμο της μετάνοιας».
«Τότε ακούστηκε μια φωνή από μακρυά που φώναζε: «Εάν περάσεις τον Ιορδάνη θα βρεις καλή ανάπαυση».
Εγώ τότε άκουσα αυτή τη φωνή πίστεψα ότι σε μένα απευθυνόταν και με δάκρυα στα μάτια φώναξα: «Δέσποινα, Δέσποινα, μην με εγκαταλείπεις».»Όταν δε φώναξα αυτά, βγήκα από την αυλή της εκκλησίας και άρχισα αμέσως να περπατώ»
«Ενώ δε έβγαινα με είδε κάποιος και μου έδωσε τρία νομίσματα, με τα οποία αγόρασα τρία ψωμιά. Αφού ζήτησα και πήρα πληροφορίες, βγήκα από την πύλη της πόλης, που έβγαζε στον Ιορδάνη ποταμό και άρχισα με κλάματα την οδοιπορία. Γύρω στη δύση του ήλιου έφτασα στο ναό του Ιωάννη του Βαπτιστή, που βρίσκεται κοντά στον Ιορδάνη και αφού προσκύνησα πρώτα, πήγα ύστερα στον ποταμό, όπου έβρεξα τα χέρια και το πρόσωπό μου, και ακολούθως μετάλαβα των αχράντων και ζωοποιών Μυστηρίων. Αφού δε άφαγα μισό ψωμί, ήπια νερό από τον Ιορδάνη και κοιμήθηκα στο έδαφος».
«Την άλλη μέρα βρήκα στο μικρό πλοίο, που με πέρασε στο απέναντι μέρος, όπου ζήτησα πάλι την οδηγό μου, για να με οδηγήσει όπου αυτή θα έκρινε ωφέλιμο. Έτσι ήλθα σ' αυτή την έρημο και από τότε μέχρι σήμερα παραμένω εδώ, προσδεχόμενη το Θεό, ο Οποίος διασώζει όλους εκείνους που επιστρέφουν σ' Αυτόν».
Ο δε Ζωσιμάς είπε προς αυτή: «Πόσα χρόνια έχεις, Μητέρα Οσία, που κατοικείς εδώ στην έρημο;» Αποκρίθηκε η γυναίκα: «Σαράντα επτά, όπως μου φαίνεται, από τότε που έφυγα από την Αγία Πόλη». Είπε δε ο Ζωσιμάς: «Και από πού βρίσκεις τροφή, ώ κυρία μου;» Είπε η γυναίκα: «Πέρασα τον Ιορδάνη ποταμό με δυόμισυ ψωμιά, που αφού ξηράνθηκαν έγιναν σαν πέτρες και μ' αυτά τράφηκα ορισμένα χρόνια». Της είπε δε αυτός: «Και έτσι πέρασες τόσα πολλά χρόνια χωρίς να σε ταράξει κανένας πειρασμός;» Αποκρίθηκε η γυναίκα: «Με ρώτησες Αββά Ζωσιμά, πράγμα για το οποίο φρίττω και να αναφέρω γιατί αν θυμηθώ τα όσα υπόφερα και τους πειρασμούς που με πρόσβαλλαν, φοβούμαι μήπως και πάλιν προσβληθώ απ' εκείνους «. Είπε δε ο Ζωσιμάς: «Μην, αφήσεις, κυρία μου, τίποτα, που να μην το αναφέρεις, γιατί αφού σε ρώτησα γι' αυτά πρέπει να μου τα διηγηθείς όλα με κάθε λεπτομέρεια».
Εκείνη, δε του απάντησε: «Πίστευε, Αββά Ζωσιμά, ότι πέρασα 17 χρόνια σ' αυτή την έρημο παλεύοντας εναντίον των παραλόγων επιθυμιών μου, γιατί κάθε φορά που γευόμουν τροφή, επιθυμούσα τα κρέατα και τα ψάρια, που υπήρχαν στην Αίγυπτο, ως και το κρασί που μου άρεσκε, όταν ήμουν στον κόσμο. Ενώ εδώ, ούτε νερό είχα να πιώ και γι' αυτό υπόφερα φοβερά από την έλλειψή του. Επίσης μου ερχόταν η επιθυμία για τα αισχρά τραγούδια, που πάντοτε μ' αναστάτωνε και μ' έσπρωχνε για να τραγουδώ τα τραγούδια των δαιμόνων, που είχα μάθει. Αμέσως όμως, με δάκρυα στα μάτια και με κτυπήματα στο στήθος, έφερα στη σκέψη μου τη συμφωνία που υπόγραψα πηγαίνοντας στην έρημο. Παρευρισκόμουνα νοερά μπροστά στην εικόνα της Παναγίας της Θεοτόκου, της αναδόχου μου και την παρακαλούσα με δάκρυα να διώξει τους λογισμούς, που βασάνιζαν την άθλια μου ψυχή. Όταν δε δάκρυζα πολλήν ώρα και κτυπούσα το στήθος μου, έβλεπα από παντού να λάμπει γύρω μου φως και από τότες, μετά την τρικυμία, βασίλευε ειρήνη μέσα μου».
«Τους λογισμούς δε που με ωθούσαν και πάλι στην πορνεία, πώς να σου τους διηγηθώ, Αββά; Μια φωτιά άναβε μέσα στην ταλαίπωρη καρδιά μου, που μ' εφλόγιζε ολόκληρη και ερέθιζε την επιθυμία της πορνείας. Αμέσως δε μόλις με πρόσβαλλε τέτοιος λογισμός, έπεφτα στη γη και έβρεχα με δάκρυα το έδαφος, επειδή νόμιζα ότι, αυτή που μου εγγυήθηκε, παρευρισκόταν ενώπιον μου, σαν προστάτης και μου επέβαλλε τιμωρίες για την παραβίαση».
«Δεν σηκωνόμουνα από τη γη, έστω κι' αν περνούσε το εικοσιτετράωρο, μέχρις ότου το φως εκείνο, το γλυκό, έλαμπε γύρω μου και έδιωχνε τους λογισμούς που μ' ενοχλούσαν. Τα μάτια λοιπόν, της ψυχής μου είχα συνεχώς στραμμένα προς την εγγυήτριά μου, από την οποία ζητούσα να με βοηθήσει στο πέλαγος αυτό της ερήμου που βρισκόμουνα. Πραγματικά είχα αυτή τη βοήθεια και έτσι πέρασα το διάστημα αυτό των δεκαεπτά χρόνων παλεύοντας εναντίων εκατομμυρίων κινδύνων. Από τότε δε μέχρι τώρα η Βοηθός μου παραστέκεται σ' όλα και με κάθε τρόπο με καθοδηγεί».
Είπε δε ο Ζωσιμάς σ' αυτή: ‘Δεν βρέθηκες λοιπόν, σ' ανάγκη τροφής η ενδύματος;» Εκείνη δε του απάντησε: «Καθώς σου ανέφερα αφού ξόδεψα τα ψωμιά εκείνα, κατά την διάρκεια των δεκαεφτά χρόνων τρεφόμουνα με βότανα και άλλα πράγματα που έβρισκα στην έρημο. Το ιμάτιο, που είχα, όταν πέρασα τον Ιορδάνη, καταστράφηκε κι' έτσι ένοιωθά πολύ κρύο την νύχτα και ζέστη τη μέρα. Τόσο δε καιρό καιόμουνα από τη παγωνιά, ώστε πολλές φορές συνέβηκε να πέσω κάτω και να μείνω σχεδόν ακίνητη και αναίσθητη, είχα δε να παλέψω εναντίον πολλών και ποικίλων συμφορών και ανήκουστων πειρασμών. Από τότε δε μέχρι σήμερα η ποικίλη δύναμη του Θεού διατηρούσε την αμαρτωλή ψυχή μου, και εννοώ τα διάφορα κακά, από τα οποία μ' εγλύτωσε ο Κύριος. Έχοντας δε σαν τροφή ανέξοδο την ελπίδα της σωτηρίας μου, τρεφόμουνα και σκεπαζόμουνα με τα λόγια του Θεού, που εξουσιάζει τα σύμπαντα, γιατί καθώς είπε «ουκ επ' άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος».
«Επειδή δε ο Ζωσιμάς άκουσε ότι και αποφθέγματα από την Αγία Γραφή ανάφερε, τόσον από τον Μωυσή, όσο και από τον Ιώβ και από το βιβλίο των ψαλμών, της είπε: Διάβασες ώ κυρία μου, ψαλμούς η άλλα βιβλία;» Εκείνη δε, χαμογέλασε και είπε στο Γέροντα: «Πίστεψέ, άνθρωπέ μου, ότι δεν είδα άλλον άνθρωπό από τότε που πέρασα τον Ιορδάνη, εκτός από το δικό σου πρόσωπο, αλλά ούτε κανένα θηρίο η ζώο από τότε που κατοίκησα σ' αυτήν την έρημο. Επομένως δεν έμαθα καθόλου γράμματα, ούτε και άκουσα κανένα να ψάλλει η να διαβάζει. Αλλά ο λόγος του Θεού, που είναι ζωντανός και ενεργός, αυτός διδάσκει τον άνθρωπο. Ως εδώ τελειώνει η διήγησή μου. Τώρα δε σε εξορκίζω στον ενανθρωπήσαντα λόγο του Θεού να εύχεσαι για μένα την αμαρτωλή».
Αφού εκείνη είπε αυτά, ο Γέροντας βιάστηκε να βάλει μετάνοια, κράζοντας δακρυσμένος:» Ευλογητός ο Θεός, ο Οποίος δημιούργησε μεγάλα και θαυμαστά, ένδοξα και εξαίσια, των οποίων δεν υπάρχει αριθμός. Ευλογητός ο Θεός, ο Οποίος μου έδειξες όσα χαρίζεις σ' εκείνους που σε φοβούνται. Γιατί αλήθεια δεν εγκαταλείπεις Κύριε, εκείνους που Σε εκζητούν».
Εκείνη δε, αφού έπιασε το Γέροντα, δεν τον άφησε να αποτελειώσει τη μετάνοια, αλλά είπε σ' αυτόν: «Όλ' αυτά που άκουσες, σε εξορκίζω στ' όνομα του Σωτήρα Ιησού Χριστού, του Θεού μας, να μη πεις σε κανένα μέχρι που να πεθάνω. Τώρα πήγαινε στο καλό και πάλι τον ερχόμενο χρόνο θα με δεις. Να κάμεις μόνο για τον Κύριο εκείνο που σου παραγγέλω, στις ιερές νηστείες του ερχόμενου χρόνου μην περάσεις τον Ιορδάνη, όπως ακριβώς υπάρχει συνήθεια να κάνουν στο Μοναστήρι».
«Απορούσε δε ο Ζωσιμάς ακούοντας, ότι και το κανόνα του Μοναστηριού γνώριζε και δεν έλεγε τίποτε άλλο, εκτός: «Δόξα τω Θεώ, ο Οποίος χαρίζει πολλά στους αγαπώντας Αυτόν». Εκείνη δε είπε: «Μείνε λοιπόν, Αββά Ζωσιμά, καθώς είπα στο Μοναστήρι, γιατί αν θελήσεις να βγεις, δεν θα σου γίνει καλό. Τη δε Μεγάλη Πέμπτη πάρε τη Θεία κοινωνία και έλα στο μέρος του Ιορδάνη, που πλησιάζει τις κατοικημένες περιοχές, για να έλθω εκεί να κοινωνήσω των ζωοποιών δώρων, γιατί από τότε που κοινώνησα στο ναό του Προδρόμου, πριν περάσω τον Ιορδάνη δεν ξανακοινώνησα. Γι' αυτό σε παρακαλώ, μην παρακούσεις στη παράκλησή μου, αλλά ‘πωσδήποτε να μου φέρεις τα ζωοποιά αυτά Θεία Μυστήρια, την ώρα που ο Κύριος έκανε μέτοχους τους Μαθητές του τού Θείου Δείπνου. Εις δε τον Αββά Ιωάννη, τον ηγούμενο του Μοναστηριού, να πεις αυτά: «Πρόσεχε, αδελφέ, από τον εαυτό σου, και από τους μοναχούς του μοναστηριού, γιατί εκεί γίνονται μερικά πράγματα που θέλουν διόρθωση. Αλλά δεν θέλω να πεις τώρα αυτά, αλλ' όταν σου επιτρέψει ο Κύριος». Αυτά αφού είπε και ζήτησε από τον Γέροντα να προσεύχεται και γι' αυτή, αναχώρησε προς την έρημο. Ο δε Ζωσιμάς αφού γονάτισε και προσκύνησε τη γη, όπου ήταν τα ίχνη των ποδιών της, δόξασε τον Θεό και αφού τον ευχαρίστησε , επέστρεψε με σωματική και ψυχική αγαλλίαση δοξάζοντας και ευλογώντας Αυτόν. Αφού δε διαπέρασε πάλιν εκείνη την έρημο, έφτασε στο Μοναστήρι, τη μέρα που συνηθίζουν να επιστρέφουν αυτοί που μένουν σ' αυτό.
Και καθ' όλο εκείνο το χρόνο, ο Γέροντας ησύχαζε, χωρίς να τολμά να πει σε κανένα τίποτα, απ' όσα είδε, παρακαλούσε μόνο από μέσα του το Θεό να του δείξει και πάλι το πρόσωπο που επιθυμούσε. Στεναχωριόταν δε και λυπόταν πάρα πολύ, όταν σκεφτόταν τη χρονική περίοδο, ήθελε δε, αν ήταν δυνατό, ο χρόνος να γινότανε μία μέρα. Όταν δε έφτασε η Κυριακή που θα άρχιζαν οι ιερές νηστείες, αμέσως μετά την καθιερωμένη ευχή, όλοι μεν οι άλλοι βγήκαν ψάλλοντες, αυτός όμως αρρώστησε και αναγκάσθηκε να μείνει στο Μοναστήρι, οπότε θυμήθηκε την Οσία, που του είπε: «Αν θέλεις να βγεις, δεν θα σου γίνει καλό». ¨όταν δε πέρασαν λίγες μέρες ανέλαβε από την αρρώστεια και παρέμεινε το Μοναστήρι.
Όταν δε πάλιν οι μοναχοί επέστρεψαν και έφτασε η νύχτα του Μυστικού Δείπνου, έκαμε όσα τον διάταξε και αφού έβαλε σ' ένα μικρό ποτήρι το Άχραντο Σώμα και Αίμα του Χριστού, του Θεού μας, αναχώρησε πολύ πρωί, φέροντας μαζί του και μικρό καλάθι από φοίνικα και φακές βρεγμένες. Όταν δε έφτασε στον Ιορδάνη κάθησε στο χείλος του και περίμενε να έλθει η Οσία. Επειδή όμως καθυστερούσε να Έλθει η ιερή γυναίκα, ο Ζωσιμάς παρέμεινε άγρυπνος, βλέποντας προσεχτικά την έρημο και περιμένοντας να τη δει. Έλεγε δε από μέσα του ο Γέροντας καθισμένος: «Μήπως συνέβηκε τίποτε και την εμπόδισε να έλθει; Μήπως ήλθε και επειδή δεν με βρήκε επέστρεψε;»
Αφού είπε αυτά και δάκρυσε και αναστέναξε κα αφού σήκωσε τα μάτια του στον ουρανό, παρακάλεσε τον Θεό, λέγοντας: «Δέσποτα και πάλι επέτρεψε να δω εκείνο που πεθυμούσα κι' έτσι να μη φύγω άπρακτος, ελεγχόμενος από τις αμαρτίες μου». Ενώ όμως προσευχόταν και έλεγε αυτά κλαίοντας, παρέπεσε σ' άλλο λογισμό, λέγοντας από μέσα του: «Όταν έλθει, πως θα περάσει τον Ιορδάνη και να έλθει κοντά μου, αφού δεν υπάρχει πλοίο; Αλοίμονο τότε σε μένα τον ανάξιο και ελεεινό, που θα στερηθώ τέτοιου καλού, να λάβω την ευχήν της Οσίας».
Ενώ όμως, ο Γέροντας συλλογιζότανε αυτά, ιδού έφτασε και η Οσία γυναίκα, που στάθηκε στο απέναντι μέρος του ποταμού, απ' όπου ερχόταν. Τότε ο Ζωσιμάς στάθηκε όρθιος χαίροντας και δοξάζοντας τον Θεό.
Αλλά συνέχιζε να παλεύει με το λογισμό, πως δηλαδή θα περνούσε τον ποταμό, οπότε βλέπει αυτήν να κάμει το σημείο του Σταυρού (αν και ήταν νύκτα, όμως έφεγγε, γιατί ήταν πανσέληνος) και αφού περπάτησε πάνω στο νερό ήλθε κοντά του. Μόλις δε εκείνος πήγε να βάλει μετάνοια, εκείνη τον εμπόδισε λέγοντας: «Τι κάμνεις Αββά, θέλεις να βάλεις μετάνοια, εσύ που είσαι ιερέας και μάλιστα κρατάς τα Θεία Δώρα;» Εκείνος υπάκουσε και τότε η Οσία του είπε:
«Ευλόγησε, Πάτερ, ευλόγησε». Ο δε Γέροντας τρέμοντας και θαυμάζοντας και το τέτοιο θέαμα, αποκρίθηκε σ' αυτήν: «Πραγματικά είναι αληθινός ο Θεός, λέγοντας ότι μπορούμε να ομοιωθούμε μαζί Του, φτάνει να θελήσουμε να καθαρίσουμε τους εαυτούς μας. Δόξα σοι Χριστέ, ο Θεός μας, ο Οποίος δεν στέρησες το έλεός σου από μένα το δούλο σου. Δόξα σοι Χριστέ, ο Θεός μας, ο Οποίος μου φανέρωσες μέσω αυτής της δούλης Σου, πόσον απέχω από την τελειότητά».
Ενώ έλεγε αυτά η γυναίκα ζήτησε να πει το «Πιστεύω» και το «Πάτερ ημών» και όταν τέλειωσε τον ασπάστηκε κατά τη μοναχική συνήθεια και μετάλαβε των Ζωοποιών Μυστηρίων. Αφού δε σήκωσε τα χέρια της στον ουρανό, αναστέναξε με δάκρυα κα είπε: «Νυν απολύεις την δούλην Σου, Δέσποτα κατά το ρήμα σου εν ειρήνη, ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν Σου».
Τότε λέει στον Γέροντα: «Συγχώρησέ με, Αββά, και εκπλήρωσε μου και άλλην επιθυμίαν. Να γυρίσεις τώρα με τη βοήθεια του Θεού στο Μοναστήρι και τον ερχόμενο χρόνο να έλθεις και πάλι σ' εκείνο τον χείμαρρο, όπου με συνάντησες την πρώτη φορά. Να έλθεις οπωσδήποτε και θα με δεις καθώς θέλει ο Κύριος». Ο δε Ζωσιμάς της αποκρίθηκε: «Μακάρι να ήμουν άγιος από τώρα να σε ακολουθήσω και να βλέπω παντοτεινά το τίμιό Σου πρόσωπο. Αλλά πάρε και φάε από τη λίγη αυτή τροφή που σου έφερα». Και λέγοντας αυτά, της έδωσε το μικρό καλάθι που κρατούσε. Η δε γυναίκα, αφού πήρε με τα άκρα των δακτύλων της τρεις κόκκους φακής, τους έβαλε στο στόμα της λέγοντας: «Είναι αρκετή η χάρη του Αγίου Πνεύματος, να συντηρεί και να φυλάει την ουσία της ψυχής καθαρή». Και αφού είπε αυτά, στράφηκε προς τον Γέροντα και του ζήτησε να προσεύχεται στον Κύριο γι' αυτή την αμαρτωλή. Ο Γέροντας άγγιξε τότε τα πόδια της Οσίας και αφού προσευχήθηκε με δάκρυα και στεναγμούς, την άφησε να φύγει, γιατί δεν τολμούσε να κρατήσει περισσότερο την ακράτητη. Η δε Οσία, αφού έκαμνε και πάλι το σημείο του Σταυρού, περπάτησε πάνω στο νερό του ποταμού, όπως και προηγουμένως και τον διαπέρασε. Ο δε Γέροντας γύρισε πίσω με πολύ χαρά και φόβο συγχρόνως, αλλά περιγελούσε τον εαυτό του, γιατί δεν ρώτησε να μάθει τα' όνομα της Οσίας, έλπιζε όμως να το πετύχει τον ερχόμενο χρόνο.
Όταν δε πέρασε ο χρόνος, ο Ζωσιμάς ήλθε πάλι στην έρημο κα πήγε να δει εκείνο το παράδοξο θέαμα. Αφού περπάτησε όλο το δρόμο και έφτασε στο τόπο που ζητούσε κοίταξε δεξιά, και αριστερά, προσπαθώντας να συλλάβει σαν έμπειρος κυνηγός το θήραμά του. Επειδή όμως δεν έβλεπε πουθενά τίποτα να κινείται άρχισε να κλαίει πικρά και αφού σήκωσε το βλέμμα ψηλά προσευχήθηκε λέγοντας: «Δείξε, μου Δέσποτα το θησαυρό, δηλαδή τον επίγειο Άγγελο, του οποίου ο κόσμος δεν είναι άξιος». Και ενώ ευχόταν αυτά, έφτασε στο γνωστό τόπο, όπου βρήκε την Οσία νεκρή με σταυρωμένα τα χέρια και στραμμένη προς την ανατολή και αφού Έτρεξε κοντά της έπλυνε τα πόδια με τα δάκρυά του, γιατί δεν τολμούσε σε κανένα άλλο μέρος να την αγγίξει.
Αφού λοιπόν δάκρυσε αρκετά και είπε τους κατάλληλους ψαλμούς, ανέπεμψε επιτάφια ευχή κα είπε από μέσα του: «Μήπως πρέπει να θάψω το λείψανο της Οσίας; Ή μήπως όχι, γιατί δεν της αρέσει αυτό;», Και ενώ σκεφτόταν αυτά, είδε κοντά στην κεφαλή της χαραγμένες στη γη λέξεις: «Αββά Ζωσιμά, θάψε σ' αυτό τον τόπο το λείψανο της Μαρίας και προσευχήσου στο Θεό για μένα, που πέθανα το μήνα Φαρμαιθί (Απρίλιο), την πρώτη εκείνη νύκτα του σωτηρίου Πάθους, κατά την οποία κοινώνησα». Όταν ο Γέροντας τα διάβασε, χάρηκε που έμαθε το όνομα της Οσίας και έμαθε ότι μόλις κοινώνησε τα Θεία Μυστήρια ήλθε σ' αυτό το μέρος για να περπατήσει, με πολύ κόπο, η Μαρία τον κάλυψε σε μιάν ώρα και αμέσως μετά παρέδωσε τη ψυχή της στο Θεό.
Δοξάζοντας δε το Θεό και βρέχοντας το σώμα της Μαρίας με δάκρυα είπε από μέσα του: «Είναι ώρα πετεινέ Ζωσιμά, να εκτελέσεις τη διαταγή, αλλά πως θα βγάλεις, ταλαίπωρε, λάκκο, χωρίς να έχεις κανένα μέσο στα χέρια σου;» Και αφού είπε αυτά, είδε πιο πέρα ένα μικρό ξύλο πεταμένο στη γη, που αφού το πήρε άρχισε να σκάβει. Επειδή όμως το έδαφος ήταν σκληρό δεν σκαβότανε , έτσι ο Γέροντας υπόφερε κοπιάζοντας και ιδρώνοντας. Μια στιγμή αναστέναξε από τα βάθη της καρδιάς του και αφού σήκωσε το πρόσωπο, είδε ένα μεγάλο λιοντάρι να στέκει δίπλα στο λείψανο της Οσίας και να γλύφει τα ίχνη της.
Αυτός μόλις είδε το θηρίο, τρόμαξε από φόβο αλλ' όταν θυμήθηκε τα λόγια της Οσίας, που είπε ότι ουδέποτε είδε θηρίο, έκαμε το σημείο του Σταυρού και πίστεψε ότι η δύναμη της Οσίας θα τον προφυλάξει από κάθε κίνδυνο. Το δε λιοντάρι αφού ήλθε κοντά στον Γέροντα τον έγλυφε στα πόδια. Τότε ο Ζωσιμάς αφού στράφηκε σ' αυτό είπε: «Επειδή ώ θηρίο, η Μεγάλη επέτρεψε να ταφεί το λείψανό της και επειδή εγώ είμαι γέρος και δεν μπορώ να σκάψω λάκκο (αλλ' ούτε και κανένα εργαλείο κατάλληλο έχω, γι' αυτό το σκοπό, και ούτε μπορώ να επιστρέψω και να το φέρω εξ' αιτίας της μεγάλης απόστασης), άνοιξε εσύ το λάκκο με τα νύχια σου, για να αποδώσουμε στη γη το λείψανο της Οσίας». Αμέσως μετά τα λόγια του Γέροντα, το λιοντάρι έσκαψε με τα μπροστινά του πόδια λάκκο, όσο χρειαζόταν για τη ταφή του σώματος.
Ο Γέροντας, αφού και πάλι έπλυνε με δάκρυα τα πόδια της Οσίας και αφού την παρακάλεσε πολύ να πρεσβεύει προς τον Θεό υπέρ πάντων σκέπασε το σώμα με χώμα, ενώ παρευρισκόταν και το λιοντάρι. Κάλυψε δε το σώμα της Οσίας μ' εκείνο το σχισμένο ιμάτιο, που της είχε ρίξει από πίσω της ο Ζωσιμάς τη πρώτη φορά ου τη συνάντησε και από τότε η Μαρία κάλυπτε μ' αυτό ορισμένα μέρη του σώματός της.
Ύστερα αναχώρησαν και οι δυό, και το μεν λιοντάρι προχώρησε σαν πρόβατο στο εσωτερικό της ερήμου, ο δε Ζωσιμάς γύρισε πίσω στο Μοναστήρι ευλογώντας και δοξάζοντας το Θεό, διηγήθηκε δε όλα στους μοναχούς, χωρίς ν' αποκρύψει τίποτα, απ' όσα είδε κι' άκουσε. Εκείνοι δε όταν άκουσαν αυτά τα μεγαλεία του Θεού, υπερθαύμασαν και με πολύ φόβο και πόθο τηρούσαν τη μνήμη της Οσίας. Ο δε ηγούμενος Ιωάννης, αφού ερεύνησε και βρήκε σύμφωνα με τα λόγια της Οσίας μερικά σφάλματα στο μοναστήρι, φρόντισε και τα διόρθωσε, για να μη βγει και σ' αυτό το θέμα άχρηστος ή μάταιος ο λόγος της Οσίας. Στο μοναστήρι δε τούτο πέθανε και ο Αββάς Ζωσιμάς, σε ηλικία 100 χρονών.